αὔτοπτος: Difference between revisions

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
(CSV import)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[αὔτοπτος]], -ον (AM)<br />αυτός που τον έχει δει [[κανείς]] [[μόνος]] του, με τα [[ίδια]] του τα μάτια<br /><b>μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «ἐξ αὐτόπτου» — με τα [[ίδια]] τα μάτια κάποιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αυτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[οπτός]] <span style="color: red;"><</span> <i>οπ</i>-, <i>όπωπα</i>, (παρακμ. του ορώ)].
|mltxt=[[αὔτοπτος]], -ον (AM)<br />αυτός που τον έχει δει [[κανείς]] [[μόνος]] του, με τα [[ίδια]] του τα μάτια<br /><b>μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «ἐξ αὐτόπτου» — με τα [[ίδια]] τα μάτια κάποιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αυτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[οπτός]] <span style="color: red;"><</span> <i>οπ</i>-, <i>όπωπα</i>, (παρακμ. του ορώ)].
}}
{{elmes
|esmgtx=-ον [[que proporciona una visión directa]] esp. de la divinidad, de una fórmula ὅταν οὖν συσταθῇς τῷ θεῷ, λέγε λόγον αὔτοπτον <b class="b3">cuando estés en unión con el dios, recita la fórmula de visión directa</b> P III 699 P IV 930 P V 53 P VII 319 P VII 727 de un plato σκέψῃ διὰ λεκάνης αὐτόπτου <b class="b3">lo verás a través de un plato de visión directa</b> P IV 162 de una licnomancia χρημάτισόν μοι, περὶ ὧν ἀξιῶ σε, διὰ τῆς αὐτόπτου λυχνομαντίας <b class="b3">profetízame sobre aquello que te pido por medio de la licnomancia que proporciona una visión directa</b> P IV 952 de un trípode αὔτοπτον θὲς τρίποδα καὶ τράπεζαν ἐλάϊνον <b class="b3">en una práctica de visión directa coloca un trípode y una mesa de madera de olivo</b> P III 291
}}
}}

Revision as of 15:05, 15 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὔτοπτος Medium diacritics: αὔτοπτος Low diacritics: αύτοπτος Capitals: ΑΥΤΟΠΤΟΣ
Transliteration A: aútoptos Transliteration B: autoptos Transliteration C: aytoptos Beta Code: au)/toptos

English (LSJ)

ον, A self-revealed, Jul.Or.7.221b, Suid.; ἐπ' αὐτόπτῳ, gloss on ἐπ' αὐτοφώρῳ, Hsch. II = αὐτοπτικός ΙΙ, PMag.Lond. 121.319,727, PMag.Par.1.162.

Spanish (DGE)

-ον
1 que se da a conocer a sí mismo, Διόνυσος αὐ. ἐφαίνετο δαίμων Iul.Or.7.221b
jur. en flagrante delito ἐπ' αὐτόπτῳ glos. a ἐπ' αὐτοφόρῳ Hsch.
2 que comporta una visión inspirada λόγος PMag.5.55, λεκάνη PMag.4.162, cf. 7.320, 727.

German (Pape)

[Seite 400] selbst gesehen, selbst ertappt, wie αὐτόφωρος, Suid.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui se laisse voir en personne.
Étymologie: αὐτός, ὄψομαι.

Greek (Liddell-Scott)

αὔτοπτος: -ον, ὁ ἀφ’ ἑαυτοῦ ἀποκαλυπτόμενος, φανερὸς γινόμενος, Ἰουλιαν. 221A· - «ἐπ’ αὐτόπτῳ» Σουΐδ. ἐν ἐπ’ αὐτοφώρῳ. - Ἐπίρρ. τως Ἐκκλ.

Greek Monolingual

αὔτοπτος, -ον (AM)
αυτός που τον έχει δει κανείς μόνος του, με τα ίδια του τα μάτια
μσν.
φρ. «ἐξ αὐτόπτου» — με τα ίδια τα μάτια κάποιου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αυτ(ο)- + οπτός < οπ-, όπωπα, (παρακμ. του ορώ)].

Léxico de magia

-ον que proporciona una visión directa esp. de la divinidad, de una fórmula ὅταν οὖν συσταθῇς τῷ θεῷ, λέγε λόγον αὔτοπτον cuando estés en unión con el dios, recita la fórmula de visión directa P III 699 P IV 930 P V 53 P VII 319 P VII 727 de un plato σκέψῃ διὰ λεκάνης αὐτόπτου lo verás a través de un plato de visión directa P IV 162 de una licnomancia χρημάτισόν μοι, περὶ ὧν ἀξιῶ σε, διὰ τῆς αὐτόπτου λυχνομαντίας profetízame sobre aquello que te pido por medio de la licnomancia que proporciona una visión directa P IV 952 de un trípode αὔτοπτον θὲς τρίποδα καὶ τράπεζαν ἐλάϊνον en una práctica de visión directa coloca un trípode y una mesa de madera de olivo P III 291