σφαιρῖτις: Difference between revisions

From LSJ

πᾶσα σοφία παρὰ Κυρίου καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἐστιν εἰς τὸν αἰῶνα → all wisdom comes from the Lord, she is with him for ever

Source
m (Text replacement - "" to "ἡ")
m (pape replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=sfairitis
|Transliteration C=sfairitis
|Beta Code=sfairi=tis
|Beta Code=sfairi=tis
|Definition=[[κυπάρισσος]], ἡ, a kind of <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[cypress]], so called from its globular fruit, Gal.12.418.</span>
|Definition=[[κυπάρισσος]], ἡ, a kind of [[cypress]], so called from its globular fruit, Gal.12.418.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ίτιδος, ἡ, Α<br />[[είδος]] κυπαρισσιού που καλείται [[έτσι]] λόγω του σφαιροειδούς καρπού του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σφαῖρα]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ῖτις</i> ([[πρβλ]] <i>σελην</i>-<i>ῖτις</i>), πιθ. λόγω του σφαιρικού σχήματος τών καρπών του δένδρου].
|mltxt=-ίτιδος, ἡ, Α<br />[[είδος]] κυπαρισσιού που καλείται [[έτσι]] λόγω του σφαιροειδούς καρπού του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σφαῖρα]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ῖτις</i> ([[πρβλ]] <i>σελην</i>-<i>ῖτις</i>), πιθ. λόγω του σφαιρικού σχήματος τών καρπών του δένδρου].
}}
{{pape
|ptext=fem. zu [[σφαιρίτης]].
}}
}}

Latest revision as of 16:55, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφαιρῖτις Medium diacritics: σφαιρῖτις Low diacritics: σφαιρίτις Capitals: ΣΦΑΙΡΙΤΙΣ
Transliteration A: sphairîtis Transliteration B: sphairitis Transliteration C: sfairitis Beta Code: sfairi=tis

English (LSJ)

κυπάρισσος, ἡ, a kind of cypress, so called from its globular fruit, Gal.12.418.

Greek (Liddell-Scott)

σφαιρῖτις: κυπάρισσος, ἡ, εἶδος κυπαρίσσου οὕτω καλουμένης ἐκ τοῦ σφαιροειδοῦς καρποῦ αὐτῆς, «σφαιρίτιδος φύλλα· καλεῖται δὲ σφαιρῖτις, ἡ τὰ σφαιρία φέρουσα κυπάρισσος» Γαλην. τῶν Κατὰ τόπους 1 [σ. 159, 1].

Greek Monolingual

-ίτιδος, ἡ, Α
είδος κυπαρισσιού που καλείται έτσι λόγω του σφαιροειδούς καρπού του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφαῖρα + επίθημα -ῖτις (πρβλ σελην-ῖτις), πιθ. λόγω του σφαιρικού σχήματος τών καρπών του δένδρου].

German (Pape)

fem. zu σφαιρίτης.