προχόη: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=προχόη -ης, ἡ [προχέω] schenkkan. | |elnltext=προχόη -ης, ἡ [προχέω] [[schenkkan]]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |
Revision as of 13:51, 29 November 2022
English (LSJ)
(B), ἡ, = πρόχοος 1, A.R.1.456, AP6.292 (Hedyl.), Alciphr.3.47.
German (Pape)
[Seite 800] ἡ, = πρόχοος; poet. bei Suid.; Ap. Rh. 1, 456. S. auch προχύτης.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προχόη -ης, ἡ [προχέω] schenkkan.
Russian (Dvoretsky)
προχόη: ἡ кружка, сосуд (χρυσέη Anth.).
Greek Monolingual
ἡ, Α προχέω
η πρόχους («χρυσέην τήν δ' ἔθετο προχόην», Αλκίφρ).
Greek Monotonic
προχόη: ἡ, = πρόχοος, σε Ανθ.
Greek (Liddell-Scott)
προχόη: ἡ, = πρόχοος, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 456, Ἀνθολ. Π. 6. 292, Ἀλκίφρων 3. 47· περὶ τοῦ τονισμοῦ ἴδε Λοβεκ. Παραλ. 399.