πασιφανής: Difference between revisions
From LSJ
οὕτως ἐξ ἐχθρῶν αὐτοκτόνα πέμπετο δῶρα, ἐν χάριτος προφάσει μοῖραν ἔχοντα μόρου → thus mutual gifts that bring death were bestowed by enemies, gifts that brought the lot of death in the name of a favor
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ") |
|||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=πασιφανής -ές [πᾶς, φαίνω] [[voor iedereen zichtbaar]]. | |elnltext=πασιφανής -ές [[[πᾶς]], [[φαίνω]]] [[voor iedereen zichtbaar]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:59, 29 November 2022
English (LSJ)
ές, = πασιφαής (shining on all), Ἀρετά shining Virtue, B. 12.176.
German (Pape)
[Seite 531] ές, = παμφανής, Allen sichtbar, Nonn. Io. 12, 10.
Greek Monolingual
-ές, ΝΑ
φανερός σε όλους, ολοφάνερος, πασίδηλος.
επίρρ...
πασιφανώς Ν
με ολοφάνερο τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δοτ. πληθ. πᾶσι του πᾶς + -φανής (< φαίνω / φαίνομαι)].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πασιφανής -ές [πᾶς, φαίνω] voor iedereen zichtbaar.