μετόπισθεν: Difference between revisions
πῶς δ' οὐκ ἀρίστη; τίς δ' ἐναντιώσεται; τί χρὴ γενέσθαι τὴν ὑπερβεβλημένην γυναῖκα; (Euripides' Alcestis 152-54) → How is she not noblest? Who will deny it? What must a woman have become to surpass her?
(Autenrieth) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+), ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+)\.<br" to "$1 $2, $3.<br") |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{LSJ2 | |||
|Full diacritics=μετόπισθεν | |||
|Medium diacritics=μετόπισθεν | |||
|Low diacritics=μετόπισθεν | |||
|Capitals=ΜΕΤΟΠΙΣΘΕΝ | |||
|Transliteration A=metópisthen | |||
|Transliteration B=metopisthen | |||
|Transliteration C=metopisthen | |||
|Beta Code=meto/pisqen | |||
|Definition=v. [[μετόπισθε]]. | |||
}} | |||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=<i>ou</i> [[μετόπισθε]];<br /><i>adv. et prép.</i><br /><b>1</b> derrière, en arrière;<br /><b>2</b> ensuite, plus tard.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[ὄπισθεν]]. | |btext=<i>ou</i> [[μετόπισθε]];<br /><i>adv. et prép.</i><br /><b>1</b> [[derrière]], [[en arrière]];<br /><b>2</b> [[ensuite]], [[plus tard]].<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[ὄπισθεν]]. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth | ||
|auten=[[behind]], in the [[rear]] , toward the [[west]], Od. 13.241; [[afterwards]] , Od. 11.382; w. gen., Od. 9.539. | |auten=[[behind]], in the [[rear]], toward the [[west]], Od. 13.241; [[afterwards]], Od. 11.382; w. gen., Od. 9.539. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=(Α [[μετόπισθεν]] και [[μετόπισθε]])<br /><b>επίρρ.</b> (τοπικά) από [[πίσω]] («μή τις νῦν ἐνάρων ἐπιβαλλόμενος [[μετόπισθεν]] μιμνέτω», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />(με άρθρ. πληθ. ως ουσ.) τα [[μετόπισθεν]]<br />α) το [[σύνολο]] τών δυνάμεων, υπηρεσιών και μέσων που βρίσκονται [[πίσω]] από τη [[γραμμή]] του μετώπου και εξασφαλίζουν από υλική, [[τεχνική]] και ιατρική [[άποψη]] τη [[διεξαγωγή]] του ένοπλου αγώνα<br />β) τα [[νώτα]] της στρατιωτικής διάταξης που υπάρχει στη [[ζώνη]] τών επιχειρήσεων<br />γ) (με ευρεία σημ.) όλο το [[έδαφος]] εμπόλεμης χώρας το οποίο βρίσκεται έξω από τη [[ζώνη]] επιχειρήσεων<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (χρονικά) [[έπειτα]], [[κατόπιν]], στη [[συνέχεια]]<br /><b>2.</b> στη δεύτερη [[σειρά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ὄπισθεν]]. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext== [[μετόπισθε]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:35, 30 November 2022
English (LSJ)
v. μετόπισθε.
French (Bailly abrégé)
ou μετόπισθε;
adv. et prép.
1 derrière, en arrière;
2 ensuite, plus tard.
Étymologie: μετά, ὄπισθεν.
English (Autenrieth)
behind, in the rear, toward the west, Od. 13.241; afterwards, Od. 11.382; w. gen., Od. 9.539.
Greek Monolingual
(Α μετόπισθεν και μετόπισθε)
επίρρ. (τοπικά) από πίσω («μή τις νῦν ἐνάρων ἐπιβαλλόμενος μετόπισθεν μιμνέτω», Ομ. Ιλ.)
νεοελλ.
(με άρθρ. πληθ. ως ουσ.) τα μετόπισθεν
α) το σύνολο τών δυνάμεων, υπηρεσιών και μέσων που βρίσκονται πίσω από τη γραμμή του μετώπου και εξασφαλίζουν από υλική, τεχνική και ιατρική άποψη τη διεξαγωγή του ένοπλου αγώνα
β) τα νώτα της στρατιωτικής διάταξης που υπάρχει στη ζώνη τών επιχειρήσεων
γ) (με ευρεία σημ.) όλο το έδαφος εμπόλεμης χώρας το οποίο βρίσκεται έξω από τη ζώνη επιχειρήσεων
αρχ.
1. (χρονικά) έπειτα, κατόπιν, στη συνέχεια
2. στη δεύτερη σειρά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + ὄπισθεν.
German (Pape)
= μετόπισθε.