θεσμοφοριάζω: Difference between revisions
ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι (1 Corinthians 12:31) → But go ahead and strive for the greater gifts. And I'm about to show you a still more excellent way.
(CSV import) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=([\w\s]+)\.<br" to "btext=$1.<br") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=célébrer les Thesmophories.<br />'''Étymologie:''' Θεσμοφόρια. | |btext=[[célébrer les Thesmophories]].<br />'''Étymologie:''' Θεσμοφόρια. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |
Revision as of 12:00, 8 January 2023
English (LSJ)
keep the Thesmophoria, X.HG5.2.29, Gloss.Oxy.1802.35; Θεσμοφοριάζουσαι, name of a play by Aristophanes.
German (Pape)
[Seite 1203] die Thesmophorien feiern, Xen. Hell. 5, 2, 29; αἱ θεσμοφοριάζουσαι ein Stück des Aristophanes.
French (Bailly abrégé)
célébrer les Thesmophories.
Étymologie: Θεσμοφόρια.
Russian (Dvoretsky)
θεσμοφοριάζω: справлять праздник тесмофории (ἐν τῇ Καδμείᾳ Xen.): Θεσμοφοριάζουσαι женщины, справляющие праздник тесмофории (название комедии Аристофана).
Greek (Liddell-Scott)
θεσμοφοριάζω: τελῶ τὰ θεσμοφόρια, Ξεν. Ἑλλ. 5. 2, 29· Θεσμοφοριάζουσαι, ὄνομα κωμῳδίας τοῦ Ἀριστοφ.
Greek Monolingual
θεσμοφοριάζω (Α) θεσμοφόρια
1. (για γυναίκες) εορτάζω τα θεσμοφόρια
2. (πληθ. θηλ. μτχ. ενεστ. ως ουσ.) Θεσμοφοριάζουσαι
τίτλος κωμωδίας του Αριστοφάνη.
Greek Monotonic
θεσμοφοριάζω: διεξάγω, τελώ τα Θεσμοφόρια, σε Αριστοφ., Ξεν.
Middle Liddell
[from θεσμοφόρια
to keep the Thesmophoria, Ar., Xen.
Mantoulidis Etymological
(=γιορτάζω τή γιορτή τῶν Θεσμοφορίων). Παρασύνθετο ἀπό τό οὐσ. θεσμοφόρια (=γιορτή τῶν γυναικῶν τῆς Ἀθήνας πρός τιμή τῆς Δήμητρας) (θεσμοφόρια ἀπό τό θεσμοφόρος → θεσμός + φέρω, ἐπειδή ἡ Δήμητρα ἔφερε τήν καλλιέργεια τῆς γῆς καί τούς κανονισμούς πολιτισμένης ζωῆς).