πέρσις: Difference between revisions
πρὸ τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα, καὶ ἐν τέκνοις αὐτοῦ γνωσθήσεται ἀνήρ → Count no man blessed before his end; a man will be recognized in his offspring. (Ecclesiasticus 11:28)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=εως (ἡ) :<br />destruction d'une ville.<br />'''Étymologie:''' [[πέρθω]]. | |btext=εως (ἡ) :<br />[[destruction d'une ville]].<br />'''Étymologie:''' [[πέρθω]]. | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl |
Revision as of 14:15, 8 January 2023
English (LSJ)
εως, ἡ, (πέρθω) sacking, sack, π. Ἰλίου, name of a tragedy, Arist.Po.1456a16, 1459b6; of a poem by Lesches, Paus.10.25.5; by Stesichorus, Id.10.26.1.
German (Pape)
[Seite 603] ἡ, die Verwüstung, Zerstörung, Paus. u. a. Sp.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
destruction d'une ville.
Étymologie: πέρθω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πέρσις -εως, ἡ [πέρθω] verwoesting.
Russian (Dvoretsky)
πέρσις: εως ἡ πέρθω разрушение (Ἰλίου Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
πέρσις: ἡ, (πέρθω) ἐκπόρθησις, ἅλωσις, π. Ἰλίου, ποίημα τοῦ Ἀρκτίνου ἀνῆκον εἰς τὸν Ἐπικὸν κύκλον, Ἀριστ. Ποιητ. 18, 15., 22, 7· τοῦ Λέσχεω, Παυσ. 10. 25, 5 (ἔνθα γενικ. πέρσιδος): τοῦ Στησιχόρου, ὁ αὐτ. 26, 1.
Greek Monolingual
-ιδος, ἡ, Α πέρθω
εκπόρθηση, άλωση.
Greek Monotonic
πέρσις: ἡ (πέρθω), εκπόρθηση, άλωση, πέρσις Ἰλίου, ποίημα του Αρκτίνου, σε Αριστ.
Middle Liddell
πέρσις, εως, πέρθω
a sacking, sack, π. Ἰλίου, a poem by Arctinus, Arist.