ὑφάντης: Difference between revisions
Πενίας βαρύτερον οὐδέν ἐστι φορτίον → Onus est inopia longe gravius ceteris → Als Armut gibt es keine Last, die schwerer wiegt
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1]$2.<br") |
m (Text replacement - ":<br />][[" to ":<br />[[") |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (ὁ) :<br /> | |btext=ου (ὁ) :<br />[[tisserand]].<br />'''Étymologie:''' [[ὑφαίνω]]. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 17:30, 8 January 2023
English (LSJ)
ου, ὁ, weaver, Pl.Phd.87b, R. 369d, Arist.Pol.1291a13, LXX Ex.26.1, PCair.Zen.80.10 (iii B. C.), etc.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
tisserand.
Étymologie: ὑφαίνω.
German (Pape)
ὁ, der Weber, Plat. Phaed. 87b. und öfter, wie Folgde.
Russian (Dvoretsky)
ὑφάντης: ου ὁ ὑφαίνω ткач Plat., Arst., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
ὑφάντης: -ου, ὁ, ὁ ὑφαίνων, Πλάτ. Φαίδρ. 87Β, Πολ. 369D, κ. ἀλλ.· ― ἐντεῦθεν ἐπὶ τῆς ἀράχνης, Βυζ.
Greek Monolingual
ὁ, θηλ. υφάντρια και υφάντρα, ΜΑ
βλ. υφαντής.
ο, θηλ. ὑφάντρια και υφάντρα / ὑφάντης, θηλ. ὑφάντρια και ὑφάντρα, ΝΜΑ, και τ. θηλ. φάντρα Ν υφαίνω
τεχνίτης ειδικός στην υφαντική
νεοελλ.
(το αρσ.) ζωολ. παλαιότερη ονομασία γένους στρουθιόμορφων πτηνών της Αφρικής
μσν.
(στο Βυζάντιο) μτφ. η αράχνη.
Greek Monotonic
ὑφάντης: -ου, ὁ (ὑφαίνω), υφαντής, σε Πλάτ.