ῥαβδομαχία: Difference between revisions

From LSJ

διώκει παῖς ποτανὸν ὄρνιν → a boy chases a bird on the wing, vain pursuit

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1]$2.<br")
m (Text replacement - ":<br />][[" to ":<br />[[")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />][[combat au moyen de baguettes]].<br />'''Étymologie:''' [[ῥάβδος]], [[μάχομαι]].
|btext=ας (ἡ) :<br />[[combat au moyen de baguettes]].<br />'''Étymologie:''' [[ῥάβδος]], [[μάχομαι]].
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 17:40, 8 January 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ῥαβδομᾰχία Medium diacritics: ῥαβδομαχία Low diacritics: ραβδομαχία Capitals: ΡΑΒΔΟΜΑΧΙΑ
Transliteration A: rhabdomachía Transliteration B: rhabdomachia Transliteration C: ravdomachia Beta Code: r(abdomaxi/a

English (LSJ)

ἡ, fighting with a staff or foil, Plu.Alex.4.

German (Pape)

[Seite 829] ἡ, das Fechten mit dem Stabe, mit einer Art von Rappieren, Plut. Alex. 4.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
combat au moyen de baguettes.
Étymologie: ῥάβδος, μάχομαι.

Russian (Dvoretsky)

ῥαβδομᾰχία:бой на палках, фехтование Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ῥαβδομᾰχία: ἡ, τὸ μάχεσθαι (χάριν ἀσκήσεως) διὰ ῥάβδων, τὸ ἀσκεῖσθαι δι’ ἀκοντίων ἐσφαιρωμένων, Πλουτ. Ἀλέξ. 4, ἔνθα ἴδε σημ. Κοραῆ (τ. 4, σ. 405).

Greek Monolingual

η / ῥαβδομαχία, ΝΑ
είδος οπλομαχητικής άσκησης με ράβδους, η οποία είναι παρεμφερής με την ξιφασκία
νεοελλ.
(γενικά) συμπλοκή με ραβδιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥάβδος + -μαχία πιθ. μέσω αμάρτυρου αρχ. ῥαβδομάχος (πρβλ. μονο-μαχία, πυγ-μαχία)].

Greek Monotonic

ῥαβδομᾰχία: ἡ (μάχομαι), μάχη με ραβδί, κοντάρι ή ελαφρύ ξίφος, σε Πλούτ.

Middle Liddell

ῥαβδο-μᾰχία, ἡ, μάχομαι
a fighting with a staff or foil, Plut.