λείουρος: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε θηρίον θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god

Aristotle, Politics, 1253a25
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=leiouros
|Transliteration C=leiouros
|Beta Code=lei/ouros
|Beta Code=lei/ouros
|Definition=[[αἴλουρος]], Hsch. λείουσι, poet.for [[λέουσι]], dat.pl. of [[λέων]]. λειούσματα ἢ λεγούσματα <b class="b3">εἶδος καταφράκτου, Γαλάται</b>, Id.
|Definition=[[αἴλουρος]], [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]] λείουσι, ''poet.''for [[λέουσι]], dat.pl. of [[λέων]]. λειούσματα ἢ λεγούσματα <b class="b3">εἶδος καταφράκτου, Γαλάται</b>, Id.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 09:15, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λείουρος Medium diacritics: λείουρος Low diacritics: λείουρος Capitals: ΛΕΙΟΥΡΟΣ
Transliteration A: leíouros Transliteration B: leiouros Transliteration C: leiouros Beta Code: lei/ouros

English (LSJ)

αἴλουρος, Hsch. λείουσι, poet.for λέουσι, dat.pl. of λέων. λειούσματα ἢ λεγούσματα εἶδος καταφράκτου, Γαλάται, Id.

Greek (Liddell-Scott)

λείουρος: «αἴλουρος» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

λείουρος (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «αἴλουρος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < λεῖος + -ουρος (< οὐρά), πρβλ. κόλουρος, πάγουρος].