ποθέσπερος: Difference between revisions
From LSJ
ἰχθύς ἐκ τῆς κεφαλῆς ὄζειν ἄρχεται → the fish stinks from the head, a fish rots from the head down, the fish rots from the head down, fish begin to stink at the head, the fish stinks first at the head, corruption starts at the top, the rot starts at the top
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext= | |elnltext=ποθέσπερος zie προσέσπερος. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:52, 25 August 2023
English (LSJ)
v. προσέσπερος.
German (Pape)
[Seite 644] dor. statt προσέσπερος; τὰ ποθέσπερα, als adv., gegen Abend, Abends, Theocr. 4, 3. 8, 16.
Greek (Liddell-Scott)
ποθέσπερος: -ον, Δωρ. ἀντὶ προσέσπερος, ὃ ἴδε.
Greek Monolingual
-ον, Α
(δωρ. τ.) προσέσπερος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποτ (< ποτί «προς» με αποκοπή) + ἑσπέρα (πρβλ. ανέσπερος, εφέσπερος), με τροπή του -τ- στο αντίστοιχο δασύ -θ- πριν από δασυνόμενη λ.].
Greek Monotonic
ποθέσπερος: -ον, Δωρ. αντί προσέσπερος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
ποθέσπερος zie προσέσπερος.