τετρασύλλαβος: Difference between revisions

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source
(6_17)
m (LSJ1 replacement)
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tetrasyllavos
|Transliteration C=tetrasyllavos
|Beta Code=tetrasu/llabos
|Beta Code=tetrasu/llabos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">of four syllables</b>, <span class="bibl">Luc.<span class="title">Gall.</span>29</span>; πόδες <span class="bibl">Heph.3.3</span>. Adv. -βως <span class="bibl">Phryn.<span class="title">PS</span> p.16</span> B., St.Byz. s.v. [[Τελμησσός]].</span>
|Definition=τετρασύλλαβον, [[of four syllables]], Luc.''Gall.''29; πόδες Heph.3.3. Adv. [[τετρασυλλάβως]] Phryn.''PS'' p.16 B., St.Byz. [[sub verbo|s.v.]] [[Τελμησσός]].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1099.png Seite 1099]] viersylbig, Luc. gall. 29.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1099.png Seite 1099]] viersylbig, Luc. gall. 29.
}}
{{elru
|elrutext='''τετρᾰσύλλᾰβος:''' [[четырехсложный]] Luc.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τετρᾰσύλλᾰβος''': -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων συλλαβῶν συγκείμενος, Λουκ. Ὄνειρος ἢ Ἀλεκτρ. 29. - Ἐπίρρ. τετρασυλλάβως Φρύνιχ. Ἀράβιος ἐν Α. Β. 11. 1., 67, 2 ἐν λ. τονθορύζειν.
|lstext='''τετρᾰσύλλᾰβος''': -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων συλλαβῶν συγκείμενος, Λουκ. Ὄνειρος ἢ Ἀλεκτρ. 29. - Ἐπίρρ. τετρασυλλάβως Φρύνιχ. Ἀράβιος ἐν Α. Β. 11. 1., 67, 2 ἐν λ. τονθορύζειν.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τετρασύλλαβος]], -ον, ΝΜΑ<br />αυτός που αποτελείται από [[τέσσερεις]] συλλαβές («τετρασύλλαβη [[λέξη]]»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>τετρασυλλάβως</i> Α<br />με [[τέσσερεις]] συλλαβές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[σύλλαβος]] (<span style="color: red;"><</span> [[συλλαβή]]), [[πρβλ]]. [[δισύλλαβος]]].
}}
}}

Latest revision as of 11:04, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρασύλλᾰβος Medium diacritics: τετρασύλλαβος Low diacritics: τετρασύλλαβος Capitals: ΤΕΤΡΑΣΥΛΛΑΒΟΣ
Transliteration A: tetrasýllabos Transliteration B: tetrasyllabos Transliteration C: tetrasyllavos Beta Code: tetrasu/llabos

English (LSJ)

τετρασύλλαβον, of four syllables, Luc.Gall.29; πόδες Heph.3.3. Adv. τετρασυλλάβως Phryn.PS p.16 B., St.Byz. s.v. Τελμησσός.

German (Pape)

[Seite 1099] viersylbig, Luc. gall. 29.

Russian (Dvoretsky)

τετρᾰσύλλᾰβος: четырехсложный Luc.

Greek (Liddell-Scott)

τετρᾰσύλλᾰβος: -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων συλλαβῶν συγκείμενος, Λουκ. Ὄνειρος ἢ Ἀλεκτρ. 29. - Ἐπίρρ. τετρασυλλάβως Φρύνιχ. Ἀράβιος ἐν Α. Β. 11. 1., 67, 2 ἐν λ. τονθορύζειν.

Greek Monolingual

-η, -ο / τετρασύλλαβος, -ον, ΝΜΑ
αυτός που αποτελείται από τέσσερεις συλλαβές («τετρασύλλαβη λέξη»).
επίρρ...
τετρασυλλάβως Α
με τέσσερεις συλλαβές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -σύλλαβος (< συλλαβή), πρβλ. δισύλλαβος].