ἀμφίβραχυς: Difference between revisions

From LSJ

σύμμικτον εἶδος κἀποφώλιον βρέφος → an infant of mixed appearance, born to sterility

Source
(c1)
m (LSJ1 replacement)
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=amfivrachys
|Transliteration C=amfivrachys
|Beta Code=a)mfi/braxus
|Beta Code=a)mfi/braxus
|Definition=εια, υ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">short at both ends:</b> <b class="b3">ὁ ἀ</b>., the metrical foot -, e.g. <b class="b3">ἄμεινον</b>, <span class="bibl">D.H.<span class="title">Comp.</span>17</span>, <span class="bibl">Heph.3.2</span>.</span>
|Definition=εια, υ, short at both ends: <b class="b3">ὁ ἀ.</b>, the metrical foot -, e.g. [[ἄμεινον]], [[Dionysius of Halicarnassus|D.H.]]''[[De Compositione Verborum|Comp.]]''17, Heph.3.2.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εια, -υ<br />[[breve por ambos lados]] del pie métrico [[anfíbraco]] (˘-˘) D.H.<i>Comp</i>.70.13, Heph.3.2, Quint.<i>Inst</i>.9.4.81, Sacerd.6.535.2.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0137.png Seite 137]] der Versfuß ñ – ñ vorn u. hinten kurz, Gramm.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0137.png Seite 137]] der Versfuß ñ – ñ vorn u. hinten kurz, Gramm.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀμφίβρᾰχυς:''' εως ὁ (''[[sc.]]'' [[πούς]]) стих. амфибрахий (стопа ∪ – ∪).
}}
{{ls
|lstext='''ἀμφίβρᾰχυς''': εια, υ, ὁ βραχὺς κατ’ ἀμφότερα τὰ [[ἄκρα]]: ἀμφ. [[εἶναι]] ὁ μετρικὸς ποὺς υυ, π. χ. ἄμεινον, Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 17.
}}
{{grml
|mltxt=(-εος), -υ (Α [[ἀμφίβραχυς]])<br /><b>1.</b> αυτός που έχει βραχέα τα δύο [[άκρα]] του<br /><b>2.</b> <b>ως ουσ.</b> <b>(Μετρ.)</b> [[ρυθμικός]] «[[πους]]» που αποτελείται από [[τρεις]] συλλαβές, από τις οποίες οι δύο ακραίες [[είναι]] βραχείες ενώ η μεσαία μακρά ή τονούμενη (∪ - ∪), το μεσοτονικό [[μέτρο]]<br />([[πρβλ]]. αρχ. ελλην. λ. <i>ἄμμεινον</i> ή τον σολωμικό στίχο «το χάρα-μα [[πήρα]]-του ήλιου-το δρόμο»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[βραχύς]].
}}
}}

Latest revision as of 11:18, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφίβρᾰχυς Medium diacritics: ἀμφίβραχυς Low diacritics: αμφίβραχυς Capitals: ΑΜΦΙΒΡΑΧΥΣ
Transliteration A: amphíbrachys Transliteration B: amphibrachys Transliteration C: amfivrachys Beta Code: a)mfi/braxus

English (LSJ)

εια, υ, short at both ends: ὁ ἀ., the metrical foot -, e.g. ἄμεινον, D.H.Comp.17, Heph.3.2.

Spanish (DGE)

-εια, -υ
breve por ambos lados del pie métrico anfíbraco (˘-˘) D.H.Comp.70.13, Heph.3.2, Quint.Inst.9.4.81, Sacerd.6.535.2.

German (Pape)

[Seite 137] der Versfuß ñ – ñ vorn u. hinten kurz, Gramm.

Russian (Dvoretsky)

ἀμφίβρᾰχυς: εως ὁ (sc. πούς) стих. амфибрахий (стопа ∪ – ∪).

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφίβρᾰχυς: εια, υ, ὁ βραχὺς κατ’ ἀμφότερα τὰ ἄκρα: ἀμφ. εἶναι ὁ μετρικὸς ποὺς υυ, π. χ. ἄμεινον, Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 17.

Greek Monolingual

(-εος), -υ (Α ἀμφίβραχυς)
1. αυτός που έχει βραχέα τα δύο άκρα του
2. ως ουσ. (Μετρ.) ρυθμικός «πους» που αποτελείται από τρεις συλλαβές, από τις οποίες οι δύο ακραίες είναι βραχείες ενώ η μεσαία μακρά ή τονούμενη (∪ - ∪), το μεσοτονικό μέτρο
(πρβλ. αρχ. ελλην. λ. ἄμμεινον ή τον σολωμικό στίχο «το χάρα-μα πήρα-του ήλιου-το δρόμο»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + βραχύς.