λεπρικός: Difference between revisions
From LSJ
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
(6_10) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=leprikos | |Transliteration C=leprikos | ||
|Beta Code=lepriko/s | |Beta Code=lepriko/s | ||
|Definition= | |Definition=λεπρική, λεπρικόν, [[good for leprosy]], Dsc.2.62, 3.88, ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]''1088.14 (i A.D.). | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λεπρικός''': -ή, -όν, διὰ τὴν λέπραν (δηλ. [[φάρμακον]]), Διοσκ. 1, 50, κτλ. | |lstext='''λεπρικός''': -ή, -όν, διὰ τὴν λέπραν (δηλ. [[φάρμακον]]), Διοσκ. 1, 50, κτλ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[λεπρικός]], -ή, -όν) [[λέπρα]]<br />αυτός που έχει [[σχέση]] με τη [[λέπρα]] («λεπρικό [[εξάνθημα]]»). | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:40, 25 August 2023
English (LSJ)
λεπρική, λεπρικόν, good for leprosy, Dsc.2.62, 3.88, POxy.1088.14 (i A.D.).
German (Pape)
[Seite 30] den Aussatz betreffend, φάρμακα, Heilmittel gegen den Aussatz, Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
λεπρικός: -ή, -όν, διὰ τὴν λέπραν (δηλ. φάρμακον), Διοσκ. 1, 50, κτλ.
Greek Monolingual
-ή, -ό (Α λεπρικός, -ή, -όν) λέπρα
αυτός που έχει σχέση με τη λέπρα («λεπρικό εξάνθημα»).