ῥινηλάτης: Difference between revisions
διὰ λαμπροτάτου βαίνοντες ἁβρῶς αἰθέρος → passing lightly through clear-shining air (Euripides, Medea 829)
(Bailly1_4) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=rinilatis | |Transliteration C=rinilatis | ||
|Beta Code=r(inhla/ths | |Beta Code=r(inhla/ths | ||
|Definition=[ | |Definition=[ᾰ], ου, ὁ, [[one who tracks by scent]], <b class="b3">κύων ῥ.</b> Poll.2.74. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0844.png Seite 844]] ὁ, der mit der Nase, mit dem Geruch Auftreibende, Aufspürende, bes. vom Hunde, Poll. 2, 74. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0844.png Seite 844]] ὁ, der mit der Nase, mit dem Geruch Auftreibende, Aufspürende, bes. vom Hunde, Poll. 2, 74. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />qui suit en flairant la piste (chien).<br />'''Étymologie:''' [[ῥίς]], [[ἐλαύνω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ῥῑνηλάτης''': -ου, [ᾰ] ὁ, ([[ἐλαύνω]]) ὁ διὰ τῆς ῥινὸς ἰχνηλατῶν ἀνιχνεύων, [[κύων]] ῥ. | |lstext='''ῥῑνηλάτης''': -ου, [ᾰ] ὁ, ([[ἐλαύνω]]) ὁ διὰ τῆς ῥινὸς ἰχνηλατῶν ἀνιχνεύων, [[κύων]] ῥ. Πολυδ. Β΄, 74. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{grml | ||
| | |mltxt=ο / [[ῥινηλάτης]], ΝΑ<br />αυτός που βρίσκει τα ίχνη με τη [[μύτη]], με την όσφρηση («[[κύων]] [[ῥινηλάτης]]», Ιουλ. <b>Πολ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ῥίς</i>, [[ῥινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ηλάτης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἐλαύνω]]), <b>πρβλ.</b> <i>ιχν</i>-<i>ηλάτης</i>. Το -<i>η</i>- του τ. οφείλεται σε [[έκταση]] λόγω συνθέσεως]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ῥῑνηλάτης:''' -ου, ὁ ([[ἐλαύνω]]), [[ιχνηλάτης]] μέσω της όσφρησης, λέγεται για κυνηγόσκυλα, λαγωνικά, ῥῑνηλάτης [[κύων]]. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=ῥῑν-ηλάτης, ου, ὁ, [[ἐλαύνω]]<br />one who tracks by [[scent]], of hounds. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:44, 25 August 2023
English (LSJ)
[ᾰ], ου, ὁ, one who tracks by scent, κύων ῥ. Poll.2.74.
German (Pape)
[Seite 844] ὁ, der mit der Nase, mit dem Geruch Auftreibende, Aufspürende, bes. vom Hunde, Poll. 2, 74.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
qui suit en flairant la piste (chien).
Étymologie: ῥίς, ἐλαύνω.
Greek (Liddell-Scott)
ῥῑνηλάτης: -ου, [ᾰ] ὁ, (ἐλαύνω) ὁ διὰ τῆς ῥινὸς ἰχνηλατῶν ἀνιχνεύων, κύων ῥ. Πολυδ. Β΄, 74.
Greek Monolingual
ο / ῥινηλάτης, ΝΑ
αυτός που βρίσκει τα ίχνη με τη μύτη, με την όσφρηση («κύων ῥινηλάτης», Ιουλ. Πολ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥίς, ῥινός + -ηλάτης (< ἐλαύνω), πρβλ. ιχν-ηλάτης. Το -η- του τ. οφείλεται σε έκταση λόγω συνθέσεως].
Greek Monotonic
ῥῑνηλάτης: -ου, ὁ (ἐλαύνω), ιχνηλάτης μέσω της όσφρησης, λέγεται για κυνηγόσκυλα, λαγωνικά, ῥῑνηλάτης κύων.
Middle Liddell
ῥῑν-ηλάτης, ου, ὁ, ἐλαύνω
one who tracks by scent, of hounds.