πολυχαίτης: Difference between revisions

From LSJ

Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)

Source
(6_19)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=polychaitis
|Transliteration C=polychaitis
|Beta Code=poluxai/ths
|Beta Code=poluxai/ths
|Definition=ου, ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">with much hair</b>, <span class="bibl">Hdn.<span class="title">Epim.</span>166</span>.</span>
|Definition=πολυχαίτου, ὁ, [[with much hair]], Hdn.''Epim.''166.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολυχαίτης''': -ου, ὁ, ἔχων πολλὴν χαίτην, Ἡρῳδιαν. Ἐπιμ. σ. 166.
|lstext='''πολυχαίτης''': -ου, ὁ, ἔχων πολλὴν χαίτην, Ἡρῳδιαν. Ἐπιμ. σ. 166.
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΑ<br />αυτός που έχει πολλή [[χαίτη]], [[πολλά]] μαλλιά ως [[χαίτη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>στον πληθ.</b> οι <i>πολυχαίτες</i> και εσφ. τ. <i>πολύχαιτοι</i><br /><b>ζωολ.</b> [[ομοταξία]] θαλάσσιων δακτυλιοσκωλήκων, τών οποίων τα μεταμερή φέρουν πυκνούς θυσάνους από χιτινώδεις σμήριγγες<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[υπόθεση]] πολυχαίτη»<br /><b>(παλαιοντ.)</b> [[θεωρία]] που υποστηρίζει ότι τα [[κωνόδοντα]] αποτελούν [[τμήμα]] του μασητικού μηχανισμού τών πολυχαίτων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>χαίτης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χαίτη]]), <b>πρβλ.</b> <i>κυανο</i>-<i>χαίτης</i>. Η λ., ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής, [[είναι]] αντιδάνεια, <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>polychaetes</i>].
}}
}}

Latest revision as of 12:14, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολῠχαίτης Medium diacritics: πολυχαίτης Low diacritics: πολυχαίτης Capitals: ΠΟΛΥΧΑΙΤΗΣ
Transliteration A: polychaítēs Transliteration B: polychaitēs Transliteration C: polychaitis Beta Code: poluxai/ths

English (LSJ)

πολυχαίτου, ὁ, with much hair, Hdn.Epim.166.

German (Pape)

[Seite 676] ὁ, mit vielem Haare, Hdn. epimer. 166.

Greek (Liddell-Scott)

πολυχαίτης: -ου, ὁ, ἔχων πολλὴν χαίτην, Ἡρῳδιαν. Ἐπιμ. σ. 166.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
αυτός που έχει πολλή χαίτη, πολλά μαλλιά ως χαίτη
νεοελλ.
1. στον πληθ. οι πολυχαίτες και εσφ. τ. πολύχαιτοι
ζωολ. ομοταξία θαλάσσιων δακτυλιοσκωλήκων, τών οποίων τα μεταμερή φέρουν πυκνούς θυσάνους από χιτινώδεις σμήριγγες
2. φρ. «υπόθεση πολυχαίτη»
(παλαιοντ.) θεωρία που υποστηρίζει ότι τα κωνόδοντα αποτελούν τμήμα του μασητικού μηχανισμού τών πολυχαίτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -χαίτης (< χαίτη), πρβλ. κυανο-χαίτης. Η λ., ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής, είναι αντιδάνεια, πρβλ. αγγλ. polychaetes].