ζυγῖτις: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ μανθάνειν δ' ἥδιστον εὖ λέγοντος, εἰ κέρδος λέγοι → It is the sweetest thing to learn from one speaking well, if they speak profitably

Sophocles, Antigone, 1031-2
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=zygitis
|Transliteration C=zygitis
|Beta Code=zugi=tis
|Beta Code=zugi=tis
|Definition=ιδος, fem. of ζύγιος ''ΙΙ'', Nicom. ap. <span class="bibl">Phot.<span class="title">Bibl.</span>p.144B.</span>
|Definition=ιδος, fem. of ζύγιος ''ΙΙ'', Nicom. ap. Phot.''Bibl.''p.144B.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ζυγῑτις, ἡ (Α)<br />([[αντί]] του [[ζυγία]], θηλ. του επιθ. [[ζύγιος]]) (για θεότητες, [[κυρίως]] την Ήρα και την [[Αφροδίτη]]) αυτή που προστατεύει τον γάμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Θηλ. του [[ζυγίτης]], παράλλ. τ. του [[ζύγιος]].
|mltxt=ζυγῖτις, ἡ (Α)<br />([[αντί]] του [[ζυγία]], θηλ. του επιθ. [[ζύγιος]]) (για θεότητες, [[κυρίως]] την Ήρα και την [[Αφροδίτη]]) αυτή που προστατεύει τον γάμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Θηλ. του [[ζυγίτης]], παράλλ. τ. του [[ζύγιος]].
}}
}}

Latest revision as of 14:28, 6 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζῠγῖτις Medium diacritics: ζυγῖτις Low diacritics: ζυγίτις Capitals: ΖΥΓΙΤΙΣ
Transliteration A: zygîtis Transliteration B: zygitis Transliteration C: zygitis Beta Code: zugi=tis

English (LSJ)

ιδος, fem. of ζύγιος ΙΙ, Nicom. ap. Phot.Bibl.p.144B.

German (Pape)

[Seite 1140] Ἀφροδίτη, = ζυγία, Phot. a. a. O.

Greek (Liddell-Scott)

ζυγῖτις: -ιδος, = ζυγία, Ἀφροδίτη Νικόμ. Γερασ. ἐν τῇ Φων. Βιβλ. 144. 6.

Greek Monolingual

ζυγῖτις, ἡ (Α)
(αντί του ζυγία, θηλ. του επιθ. ζύγιος) (για θεότητες, κυρίως την Ήρα και την Αφροδίτη) αυτή που προστατεύει τον γάμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Θηλ. του ζυγίτης, παράλλ. τ. του ζύγιος.