συντριαινόω: Difference between revisions

From LSJ

οἱ βάρβαροι γὰρ ἄνδρας ἡγοῦνται μόνους τοὺς πλεῖστα δυναμένους καταφαγεῖν καὶ πιεῖν → for great feeders and heavy drinkers are alone esteemed as men by the barbarians

Source
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(?s)Medium diacritics=(\w+)(όω)(?s)(.*)btext=(-ῶ)" to "Medium diacritics=$1$2$3btext=$1ῶ")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />[[renverser d'un coup de trident]], [[bouleverser]].<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[τριαινόω]].
|btext=[[συντριαινῶ]] :<br />[[renverser d'un coup de trident]], [[bouleverser]].<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[τριαινόω]].
}}
}}
{{elnl
{{elnl

Revision as of 21:45, 19 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συντρῐαινόω Medium diacritics: συντριαινόω Low diacritics: συντριαινόω Capitals: ΣΥΝΤΡΙΑΙΝΟΩ
Transliteration A: syntriainóō Transliteration B: syntriainoō Transliteration C: syntriainoo Beta Code: suntriaino/w

English (LSJ)

shatter with a trident, Pl.Com.24: generally, shatter, στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινώσω πόλιν E.HF946.

French (Bailly abrégé)

συντριαινῶ :
renverser d'un coup de trident, bouleverser.
Étymologie: σύν, τριαινόω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συν-τριαινόω geheel loswrikken.

German (Pape)

mit dem Dreizack zusammenrütteln, zertrümmern; ὥστε στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινώσειν πόλιν, Eur. Herc. Fur. 946; Plat. com. bei Eust. zu Il. 1.135.

Russian (Dvoretsky)

συντριαινόω: досл. сокрушать трезубцем, перен. разрушать, ломать (πόλιν στρεπτῷ σιδήρῳ Eur.).

Greek Monotonic

συντριαινόω: μέλ. -ώσω, συνταράζω, συγκλονίζω ή καταστρέφω με τρίαινα, σε Ευρ.

Greek (Liddell-Scott)

συντριαινόω: συνταράσσω διὰ τριαίνης, φέρω ἄνω κάτω, ταῦτα πάντα συντριαινῶν ἀπολέσω Πλάτ. Κωμικ. ἐν «Ἑλλάδι» 2· καθόλου, συντρίβω, καταστρέφω, στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινώσω πόλιν Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 946.

Middle Liddell

fut. ώσω
to shatter as with a trident, Eur.