πεντάκλινος: Difference between revisions

From LSJ

Μέμνησο πλουτῶν τοὺς πένητας ὠφελεῖν → Memento dives facere pauperibus bene → Vergiss nicht, dass als Reicher du den Armen hilfst

Menander, Monostichoi, 348
(6_17)
m (elru replacement)
 
(14 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=pentaklinos
|Transliteration C=pentaklinos
|Beta Code=penta/klinos
|Beta Code=penta/klinos
|Definition=ον, of a room, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">with five couches</b>, <span class="bibl">Chares 2</span> J., <span class="bibl">Callix.1</span> ; <b class="b3">σκηνὴ π</b>. <span class="bibl"><span class="title">PSI</span>5.533.3</span> (iii B.C.) : as Subst., <span class="bibl">Arist.<span class="title">Mir.</span>842b21</span>, <span class="bibl"><span class="title">PCair.Zen.</span>445.13</span> (iii B.C.).</span>
|Definition=πεντάκλινον, of a room, [[with five couches]], Chares 2 J., Callix.1; <b class="b3">σκηνὴ πεντάκλινος</b> ''PSI''5.533.3 (iii B.C.): as [[substantive]], Arist.''Mir.''842b21, ''PCair.Zen.''445.13 (iii B.C.).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0556.png Seite 556]] von od. zu fünf Betten, Tischlagern, Sitzen, [[σχολαστήριον]], Ath. V, 205 d.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0556.png Seite 556]] von od. zu fünf Betten, Tischlagern, Sitzen, [[σχολαστήριον]], Ath. V, 205 d.
}}
{{elru
|elrutext='''πεντάκλῑνος:''' вмещающий пять (застольных) лож Arst.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πεντάκλῑνος''': -ον, ὁ ἔχων ἢ χωρῶν [[πέντε]] κλίνας, ἀνάκλιντρα, «[[οἶκος]] [[τρίκλινος]] [[πεντάκλινος]] [[δεκάκλινος]]» ([[Πολυδ]]. Α΄, 79), ὅσον πεντακλίνου τὸ [[μέγεθος]] Ἀριστ. π. Θαυμασ. 127. 2· κοιτὼν πεντέκλινος Ἀθήν. 205D· [[βαλανεῖον]] τρίκλινον 207F· ἐπὶ αἰθούσης συμποσίου, «οὐδὲ τῶν συμποτικῶν ὀνομάτων [[ἀμελητέον]], χρὴ λέγειν τὸ μὲν [[χωρίον]] [[συμπόσιον]] ... καὶ τρίκλινον οἶκον καὶ πεντάκλινον καὶ δεκάκλινον, κτλ.» [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 7.
|lstext='''πεντάκλῑνος''': -ον, ὁ ἔχων ἢ χωρῶν [[πέντε]] κλίνας, ἀνάκλιντρα, «[[οἶκος]] [[τρίκλινος]] [[πεντάκλινος]] [[δεκάκλινος]]» (Πολυδ. Α΄, 79), ὅσον πεντακλίνου τὸ [[μέγεθος]] Ἀριστ. π. Θαυμασ. 127. 2· κοιτὼν πεντέκλινος Ἀθήν. 205D· [[βαλανεῖον]] τρίκλινον 207F· ἐπὶ αἰθούσης συμποσίου, «οὐδὲ τῶν συμποτικῶν ὀνομάτων [[ἀμελητέον]], χρὴ λέγειν τὸ μὲν [[χωρίον]] [[συμπόσιον]] ... καὶ τρίκλινον οἶκον καὶ πεντάκλινον καὶ δεκάκλινον, κτλ.» Πολυδ. Ϛ΄, 7.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[πεντάκλινος]] και πεντέκλινος, -ον, ΝΑ<br />(για [[οικία]] ή για [[δωμάτιο]]) αυτός που περιλαμβάνει ή χωρεί [[πέντε]] κλίνες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- / [[πέντε]]- <span style="color: red;">+</span> -<i>κλινος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κλίνη]]), <b>πρβλ.</b> [[επτά]]-<i>κλινος</i>].
}}
}}

Latest revision as of 22:10, 21 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντάκλῑνος Medium diacritics: πεντάκλινος Low diacritics: πεντάκλινος Capitals: ΠΕΝΤΑΚΛΙΝΟΣ
Transliteration A: pentáklinos Transliteration B: pentaklinos Transliteration C: pentaklinos Beta Code: penta/klinos

English (LSJ)

πεντάκλινον, of a room, with five couches, Chares 2 J., Callix.1; σκηνὴ πεντάκλινος PSI5.533.3 (iii B.C.): as substantive, Arist.Mir.842b21, PCair.Zen.445.13 (iii B.C.).

German (Pape)

[Seite 556] von od. zu fünf Betten, Tischlagern, Sitzen, σχολαστήριον, Ath. V, 205 d.

Russian (Dvoretsky)

πεντάκλῑνος: вмещающий пять (застольных) лож Arst.

Greek (Liddell-Scott)

πεντάκλῑνος: -ον, ὁ ἔχων ἢ χωρῶν πέντε κλίνας, ἀνάκλιντρα, «οἶκος τρίκλινος πεντάκλινος δεκάκλινος» (Πολυδ. Α΄, 79), ὅσον πεντακλίνου τὸ μέγεθος Ἀριστ. π. Θαυμασ. 127. 2· κοιτὼν πεντέκλινος Ἀθήν. 205D· βαλανεῖον τρίκλινον 207F· ἐπὶ αἰθούσης συμποσίου, «οὐδὲ τῶν συμποτικῶν ὀνομάτων ἀμελητέον, χρὴ λέγειν τὸ μὲν χωρίον συμπόσιον ... καὶ τρίκλινον οἶκον καὶ πεντάκλινον καὶ δεκάκλινον, κτλ.» Πολυδ. Ϛ΄, 7.

Greek Monolingual

-η, -ο / πεντάκλινος και πεντέκλινος, -ον, ΝΑ
(για οικία ή για δωμάτιο) αυτός που περιλαμβάνει ή χωρεί πέντε κλίνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- / πέντε- + -κλινος (< κλίνη), πρβλ. επτά-κλινος].