εἰκόνισμα: Difference between revisions

From LSJ

Ζήτει σεαυτῷ καταλιπεῖν εὐδοξίαν → Tibi studeto gloriam relinquere → Dir guten Ruf zu hinterlassen sei bemüht

Menander, Monostichoi, 187
(10)
m (Text replacement - "S.''Fr.''" to "S.''Fr.''")
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eikonisma
|Transliteration C=eikonisma
|Beta Code=ei)ko/nisma
|Beta Code=ei)ko/nisma
|Definition=ατος, τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">image</b>, λιθουργές <span class="bibl">S.<span class="title">Fr.</span>573</span>, cf. <span class="title">AP</span>13.6 (Phal.), <span class="bibl">Porph.<span class="title">Sent.</span>43</span>, <span class="bibl">Plot.1.4.10</span>; <b class="b2">portrait</b>, <span class="bibl">Herod.4.38</span>.</span>
|Definition=-ατος, τό, [[image]], λιθουργές [[Sophocles|S.]]''[[Fragments|Fr.]]''573, cf. ''AP''13.6 (Phal.), Porph.''Sent.''43, Plot.1.4.10; [[portrait]], Herod.4.38.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[imagen]], [[estatua]] λιθουργὲς εἰ. <i>Trag.Adesp</i>.700.3, τὸ ... εἰ. τοῦ κωμῳδογέλωτος <i>AP</i> 13.6 (Phal.)<br /><b class="num"></b>[[retrato]] βλέψας ἐς τοῦτο τὸ εἰ. μὴ ἐτύμης δείσθω fijándose en este retrato no necesitará la auténtica</i> Herod.4.38.<br /><b class="num">2</b> en la esfera mental [[imagen]] τοῦ νοῦ εἰκονίσματα Plot.1.4.10, hablando de la fantasía, Porph.<i>Sent</i>.43.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0726.png Seite 726]] τό, das Abbild, Phalaec. 2 (XIII, 6).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0726.png Seite 726]] τό, das Abbild, Phalaec. 2 (XIII, 6).
}}
{{elru
|elrutext='''εἰκόνισμα:''' ατος τό Anth. = [[εἰκών]] 1.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''εἰκόνισμα''': τό, [[ἀπεικόνισμα]], Ἀνθ. Π. 13. 6, Πορφύρ. ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 780.
|lstext='''εἰκόνισμα''': τό, [[ἀπεικόνισμα]], Ἀνθ. Π. 13. 6, Πορφύρ. ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 780.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[imagen]], [[estatua]] λιθουργὲς εἰ. <i>Trag.Adesp</i>.700.3, τὸ ... εἰ. τοῦ κωμῳδογέλωτος <i>AP</i> 13.6 (Phal.)<br /><b class="num">•</b>[[retrato]] βλέψας ἐς τοῦτο τὸ εἰ. μὴ ἐτύμης δείσθω fijándose en este retrato no necesitará la auténtica</i> Herod.4.38.<br /><b class="num">2</b> en la esfera mental [[imagen]] τοῦ νοῦ εἰκονίσματα Plot.1.4.10, hablando de la fantasía, Porph.<i>Sent</i>.43.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[κόνισμα]], το (AM [[εἰκόνισμα]], Μ και εἰκόνισμαν)<br />η έγχρωμη [[απεικόνιση]] άγιων μορφών, σκηνών και επεισοδίων της Αγίας Γραφής σε [[ξύλο]] ή σε τοίχο για λατρευτικούς σκοπούς<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «τον έχω [[κόνισμα]]» — τον [[αγαπώ]] και τον [[σέβομαι]] [[πάρα]] πολύ<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[προσωπογραφία]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εικόνα]] ή [[άγαλμα]].
|mltxt=και [[κόνισμα]], το (AM [[εἰκόνισμα]], Μ και εἰκόνισμαν)<br />η έγχρωμη [[απεικόνιση]] άγιων μορφών, σκηνών και επεισοδίων της Αγίας Γραφής σε [[ξύλο]] ή σε τοίχο για λατρευτικούς σκοπούς<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «τον έχω [[κόνισμα]]» — τον [[αγαπώ]] και τον [[σέβομαι]] [[πάρα]] πολύ<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[προσωπογραφία]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εικόνα]] ή [[άγαλμα]].
}}
}}

Latest revision as of 09:45, 23 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰκόνισμα Medium diacritics: εἰκόνισμα Low diacritics: εικόνισμα Capitals: ΕΙΚΟΝΙΣΜΑ
Transliteration A: eikónisma Transliteration B: eikonisma Transliteration C: eikonisma Beta Code: ei)ko/nisma

English (LSJ)

-ατος, τό, image, λιθουργές S.Fr.573, cf. AP13.6 (Phal.), Porph.Sent.43, Plot.1.4.10; portrait, Herod.4.38.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
1 imagen, estatua λιθουργὲς εἰ. Trag.Adesp.700.3, τὸ ... εἰ. τοῦ κωμῳδογέλωτος AP 13.6 (Phal.)
retrato βλέψας ἐς τοῦτο τὸ εἰ. μὴ ἐτύμης δείσθω fijándose en este retrato no necesitará la auténtica Herod.4.38.
2 en la esfera mental imagen τοῦ νοῦ εἰκονίσματα Plot.1.4.10, hablando de la fantasía, Porph.Sent.43.

German (Pape)

[Seite 726] τό, das Abbild, Phalaec. 2 (XIII, 6).

Russian (Dvoretsky)

εἰκόνισμα: ατος τό Anth. = εἰκών 1.

Greek (Liddell-Scott)

εἰκόνισμα: τό, ἀπεικόνισμα, Ἀνθ. Π. 13. 6, Πορφύρ. ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 780.

Greek Monolingual

και κόνισμα, το (AM εἰκόνισμα, Μ και εἰκόνισμαν)
η έγχρωμη απεικόνιση άγιων μορφών, σκηνών και επεισοδίων της Αγίας Γραφής σε ξύλο ή σε τοίχο για λατρευτικούς σκοπούς
νεοελλ.
φρ. «τον έχω κόνισμα» — τον αγαπώ και τον σέβομαι πάρα πολύ
αρχ.-μσν.
προσωπογραφία
αρχ.
εικόνα ή άγαλμα.