τετραετής: Difference between revisions
(Bailly1_5) |
|||
(12 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=tetraetis | |Transliteration C=tetraetis | ||
|Beta Code=tetraeth/s | |Beta Code=tetraeth/s | ||
|Definition= | |Definition=τετραετές, or τετρᾰέτης, ες,<br><span class="bld">A</span> [[four years old]], <b class="b3">ἐπεὰν τ. γένηται</b> (''[[sc.]]'' <b class="b3">τὰ παιδία</b>) [[Herodotus|Hdt.]]4.187; τ. ἦθος ψυχῆς [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''793e.<br><span class="bld">II</span> [[of four years]], χρόνος [[Herodotus|Hdt.]]1.199, D.H.3.69; διάστημα Plb.9.1.1. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> [[âgé de quatre ans]];<br /><b>2</b> [[d'une durée de quatre ans]].<br />'''Étymologie:''' [[τέσσαρες]], [[ἔτος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τετραετής''': -ές, ἢ τετραέτης, ες, ὁ ἔχων ἡλικίαν τεσσάρων ἐτῶν, ἐπεὰν τ. γένηται (ἐξυπακ. τὰ [[παιδία]]) Ἡρόδ. 4. 187· τ. [[ἦθος]] ψυχῆς Πλάτ. Νόμ. 793Ε. ΙΙ. ὁ ἐκ τεσσάρων ἐτῶν ἀποτελούμενος, [[χρόνος]] Ἡρόδ. 1. 199, Διον. Ἁλ. 3. 69· [[διάστημα]] Πολύβ. 9. 1, 1. | |lstext='''τετραετής''': -ές, ἢ τετραέτης, ες, ὁ ἔχων ἡλικίαν τεσσάρων ἐτῶν, ἐπεὰν τ. γένηται (ἐξυπακ. τὰ [[παιδία]]) Ἡρόδ. 4. 187· τ. [[ἦθος]] ψυχῆς Πλάτ. Νόμ. 793Ε. ΙΙ. ὁ ἐκ τεσσάρων ἐτῶν ἀποτελούμενος, [[χρόνος]] Ἡρόδ. 1. 199, Διον. Ἁλ. 3. 69· [[διάστημα]] Πολύβ. 9. 1, 1. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{grml | ||
| | |mltxt=-ές και [[τετραέτης]], τετράετες, ΝΜΑ, και θηλ. [[τετραέτις]] Ν<br />αυτός που έχει [[ηλικία]] τεσσάρων ετών («τετραετές [[νήπιο]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />(μόνο στον τ. [[τετραετής]], -<i>ές</i>) αυτός που διαρκεί [[τέσσερα]] [[χρόνια]] («[[τετραετής]] [[φοίτηση]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ετής</i> / -[[έτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[ἔτος]]), <b>πρβλ.</b> <i>πεντα</i>-<i>ετής</i> /-[[έτης]]]. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[τετρα-]]ετής, ές [[ἔτος]]<br /><b class="num">I.</b> [[four]] years old, Hdt.<br /><b class="num">II.</b> of [[four]] years, [[χρόνος]] Hdt. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 13:25, 23 March 2024
English (LSJ)
τετραετές, or τετρᾰέτης, ες,
A four years old, ἐπεὰν τ. γένηται (sc. τὰ παιδία) Hdt.4.187; τ. ἦθος ψυχῆς Pl.Lg.793e.
II of four years, χρόνος Hdt.1.199, D.H.3.69; διάστημα Plb.9.1.1.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
1 âgé de quatre ans;
2 d'une durée de quatre ans.
Étymologie: τέσσαρες, ἔτος.
Greek (Liddell-Scott)
τετραετής: -ές, ἢ τετραέτης, ες, ὁ ἔχων ἡλικίαν τεσσάρων ἐτῶν, ἐπεὰν τ. γένηται (ἐξυπακ. τὰ παιδία) Ἡρόδ. 4. 187· τ. ἦθος ψυχῆς Πλάτ. Νόμ. 793Ε. ΙΙ. ὁ ἐκ τεσσάρων ἐτῶν ἀποτελούμενος, χρόνος Ἡρόδ. 1. 199, Διον. Ἁλ. 3. 69· διάστημα Πολύβ. 9. 1, 1.
Greek Monolingual
-ές και τετραέτης, τετράετες, ΝΜΑ, και θηλ. τετραέτις Ν
αυτός που έχει ηλικία τεσσάρων ετών («τετραετές νήπιο»)
νεοελλ.
(μόνο στον τ. τετραετής, -ές) αυτός που διαρκεί τέσσερα χρόνια («τετραετής φοίτηση»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -ετής / -έτης (< ἔτος), πρβλ. πεντα-ετής /-έτης].
Middle Liddell
τετρα-ετής, ές ἔτος
I. four years old, Hdt.
II. of four years, χρόνος Hdt.