ἐρανιστής: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ὑπολέλειμμαι ἐγὼ μονώτατος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν → and I, even I only, am left; and they seek my life, to take it away (1 Kings 19:14)

Source
(CSV import)
 
m (Text replacement - "Theil" to "Teil")
 
(15 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eranistis
|Transliteration C=eranistis
|Beta Code=e)ranisth/s
|Beta Code=e)ranisth/s
|Definition=οῦ, ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">member of</b> or <b class="b2">contributor to an</b> ἔρανος <span class="bibl">1</span>, <span class="bibl">Pherecyd.11</span> J. (pl.); <b class="b3">ἑστιᾶν ἐρανιστάς</b> to give a club-dinner, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Fr.</span>408</span>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">EN</span>1123a22</span> ; <b class="b2">member of an</b> <b class="b3">ἔρανος</b> III, <span class="title">IG</span>22.1265 (pl.), 11(4).1223 (Delos, pl.), etc.</span>
|Definition=ἐρανιστοῦ, ὁ, [[member]] of or [[contributor]] to an [[association]] ([[ἔρανος]]) ''1'', Pherecyd.11 J. (pl.); [[ἑστιᾶν]] ἐρανιστάς to [[give]] a [[club]]-[[dinner]], Ar.Fr.408, Arist.EN1123a22; [[member]] of an [[ἔρανος]] III, IG22.1265 (pl.), 11(4).1223 (Delos, pl.), etc.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1017.png Seite 1017]] ὁ, der Teilnehmer an einem [[ἔρανος]], bes. an einem Schmause der Art, Ar. frg. 355; ἐρανιστὰς γαμικῶς ἑστιῶν Arist. Eth. 4, 2; = συνθιασῶται Ath. VIII, 362 e. Vgl. Inscr. 126.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐρᾰνιστής:''' οῦ ὁ [[участник складчины]] Arph., Arst.
}}
{{ls
|lstext='''ἐρᾰνιστής''': -οῦ, ὁ ὁ συνεισφέρων εἰς ἔρανον (σύλλογον ἐρανιστῶν), ἐστιᾶν ἐρανιστὰς Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 356, πρβλ. Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 4. 2, 20., 8. 9, 5, Ἀθήν. 362Ε: πρβλ. [[ἔρανος]] ΙΙ. - Καθ’ Ἁρποκρ.: «ἐρανιστὴς μέντοι [[κυρίως]] ἐστὶν ὁ τοῦ ἐράνου μετέχων καὶ τὴν φορὰν ἣν ἑκάστου μηνὸς ἔδει καταβάλλειν εἰσφέρων, τὸ δὲ [[ὄνομα]] παρὰ Λυσίᾳ ἐν τῷ πρὸς Ἀριστοκράτην περὶ ἐγγύης ἐράνου, εἰ [[γνήσιος]]».
}}
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. ερανίστρια (AM [[ἐρανιστής]]) [[ερανίζω]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />ο [[συντάκτης]] και [[εκδότης]] ερανίσματος, ο [[συλλέκτης]] γνωμών, αποφθεγμάτων, χωρίων διαφόρων συγγραφέων<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που συμμετέχει σε έρανο, που συνεισφέρει για να γίνει κοινό [[συμπόσιο]]<br /><b>2.</b> [[μέλος]] συλλόγων που διοργανώνει εράνους σε ορισμένες θρησκευτικές γιορτές.
}}
}}

Latest revision as of 07:45, 10 April 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐρᾰνιστής Medium diacritics: ἐρανιστής Low diacritics: ερανιστής Capitals: ΕΡΑΝΙΣΤΗΣ
Transliteration A: eranistḗs Transliteration B: eranistēs Transliteration C: eranistis Beta Code: e)ranisth/s

English (LSJ)

ἐρανιστοῦ, ὁ, member of or contributor to an association (ἔρανος) 1, Pherecyd.11 J. (pl.); ἑστιᾶν ἐρανιστάς to give a club-dinner, Ar.Fr.408, Arist.EN1123a22; member of an ἔρανος III, IG22.1265 (pl.), 11(4).1223 (Delos, pl.), etc.

German (Pape)

[Seite 1017] ὁ, der Teilnehmer an einem ἔρανος, bes. an einem Schmause der Art, Ar. frg. 355; ἐρανιστὰς γαμικῶς ἑστιῶν Arist. Eth. 4, 2; = συνθιασῶται Ath. VIII, 362 e. Vgl. Inscr. 126.

Russian (Dvoretsky)

ἐρᾰνιστής: οῦ ὁ участник складчины Arph., Arst.

Greek (Liddell-Scott)

ἐρᾰνιστής: -οῦ, ὁ ὁ συνεισφέρων εἰς ἔρανον (σύλλογον ἐρανιστῶν), ἐστιᾶν ἐρανιστὰς Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 356, πρβλ. Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 4. 2, 20., 8. 9, 5, Ἀθήν. 362Ε: πρβλ. ἔρανος ΙΙ. - Καθ’ Ἁρποκρ.: «ἐρανιστὴς μέντοι κυρίως ἐστὶν ὁ τοῦ ἐράνου μετέχων καὶ τὴν φορὰν ἣν ἑκάστου μηνὸς ἔδει καταβάλλειν εἰσφέρων, τὸ δὲ ὄνομα παρὰ Λυσίᾳ ἐν τῷ πρὸς Ἀριστοκράτην περὶ ἐγγύης ἐράνου, εἰ γνήσιος».

Greek Monolingual

ο, θηλ. ερανίστρια (AM ἐρανιστής) ερανίζω
μσν.- νεοελλ.
ο συντάκτης και εκδότης ερανίσματος, ο συλλέκτης γνωμών, αποφθεγμάτων, χωρίων διαφόρων συγγραφέων
αρχ.
1. αυτός που συμμετέχει σε έρανο, που συνεισφέρει για να γίνει κοινό συμπόσιο
2. μέλος συλλόγων που διοργανώνει εράνους σε ορισμένες θρησκευτικές γιορτές.