κατοικοδομέω: Difference between revisions
τίς ἥδε κραυγὴ καὶ δόμων περίστασις; → what means this uproar and thronging about the house, what means the crowd standing round the house?
(13_3) |
(6_15) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1403.png Seite 1403]] bebauen, ein Gebäude worauf errichten, Xen. Ath. 3, 4; τῶν χωρίων κατοικοδομηθέντων Strab. V, 245; – verbauen, einsperren, Is. 8, 41, nach Harpocr. κατέκλεισεν εἰς [[οἴκημα]]. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1403.png Seite 1403]] bebauen, ein Gebäude worauf errichten, Xen. Ath. 3, 4; τῶν χωρίων κατοικοδομηθέντων Strab. V, 245; – verbauen, einsperren, Is. 8, 41, nach Harpocr. κατέκλεισεν εἰς [[οἴκημα]]. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''κατοικοδομέω''': οἰκοδομῶ ἐπί τινος ἢ ἔν τινι τόπῳ, οἰκοδομῶν [[καταλαμβάνω]] τι, Ξεν. Ἀθην. 3. 4.― Παθ., ἐπὶ τόπου, οἰκοδομοῦμαι ἐπί τινος, Στράβ. 245. ΙΙ. οἰκοδομῶν [[φθείρω]], δηλ. δαπανῶ, σπαταλῶ εἰς οἰκοδομάς, Πλουτ. Ποπλικ. 15· ἴδε κατὰ Ε. VI. ΙΙΙ. [[κλείω]] δι’ οἰκοδομῶν, Ἰσαῖ. 73. 34. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:30, 5 August 2017
English (LSJ)
A build upon or in a place, τι δημόσιον X.Ath.3.4; τὰς ὁδούς Arist.Ath.50.2:—Pass., of the place, to be built on, LXX Ge.36.43, Str.5.4.5. II squander in building, Plu.Publ.15 (but simply, use in building, πλίνθου τῆς -δομηθείσης PPetr.3p.141 (iii B.C.)). III shut up in a house, Is.8.41 (s.v.l.), cf. Harp.s.v. κατῳκοδόμησε. 2 Pass., to be built up. blocked up, σανίσι D.C.66.25.
German (Pape)
[Seite 1403] bebauen, ein Gebäude worauf errichten, Xen. Ath. 3, 4; τῶν χωρίων κατοικοδομηθέντων Strab. V, 245; – verbauen, einsperren, Is. 8, 41, nach Harpocr. κατέκλεισεν εἰς οἴκημα.
Greek (Liddell-Scott)
κατοικοδομέω: οἰκοδομῶ ἐπί τινος ἢ ἔν τινι τόπῳ, οἰκοδομῶν καταλαμβάνω τι, Ξεν. Ἀθην. 3. 4.― Παθ., ἐπὶ τόπου, οἰκοδομοῦμαι ἐπί τινος, Στράβ. 245. ΙΙ. οἰκοδομῶν φθείρω, δηλ. δαπανῶ, σπαταλῶ εἰς οἰκοδομάς, Πλουτ. Ποπλικ. 15· ἴδε κατὰ Ε. VI. ΙΙΙ. κλείω δι’ οἰκοδομῶν, Ἰσαῖ. 73. 34.