ποτέρως: Difference between revisions

From LSJ

τί δ' ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ, ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι; → What if he should have a radish shoved up his ass because he trusted you and then have hot ashes rip off his hair? What argument will he be able to offer to prevent himself from having a gaping-anus | but suppose he trusts in your advice and gets a radish rammed right up his arse, and his pubic hairs are burned with red-hot cinders. Will he have some reasoned argument to demonstrate he's not a loose-arsed bugger

Source
(6_6)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ποτέρως''': Ἐπίρρ. τοῦ [[πότερος]], κατὰ τίνα ἐκ τῶν δύο τρόπων; Λατ. utro modo? π. ἂν [[μᾶλλον]] ἄνθρωποι σωφρονοῖεν, ἀργοῦντες ἤ... ἐπιμελούμενοι; Ξεν. Ἀπομν. 2. 7, 8, πρβλ. 1. 6, 15, κτλ.· πότερόν ἐστιν αὐτῆς (ἐξυπακ. τῆς τραγῳδίας) τὸ [[ἐπιχείρημα]]…, χαρίζεσθαι…, ἢ καὶ διαμάχεσθαι…, [[ποτέρως]] σοι δοκεῖ..., Πλάτ. Γοργ. 502Β, πρβλ. Κρατ. 435Ε· [[ποτέρως]] οὖν οἴει [[μᾶλλον]] ἂν φοβεῖσθαι…, εἰ ὁρῷεν…, ἢ εἰ καταδοξάσειαν…; Ξεν. Ἀν. 7. 7, 30. 2) ἐπὶ πλαγίας ἐρωτήσεως, διορίσαι, π. λέγεις Πλάτ. Πολ. 341Β· διερευνήσασθαι... π. ἔχει [[αὐτόθι]] 368C, πρβλ. Πολιτ. 272D.
|lstext='''ποτέρως''': Ἐπίρρ. τοῦ [[πότερος]], κατὰ τίνα ἐκ τῶν δύο τρόπων; Λατ. utro modo? π. ἂν [[μᾶλλον]] ἄνθρωποι σωφρονοῖεν, ἀργοῦντες ἤ... ἐπιμελούμενοι; Ξεν. Ἀπομν. 2. 7, 8, πρβλ. 1. 6, 15, κτλ.· πότερόν ἐστιν αὐτῆς (ἐξυπακ. τῆς τραγῳδίας) τὸ [[ἐπιχείρημα]]…, χαρίζεσθαι…, ἢ καὶ διαμάχεσθαι…, [[ποτέρως]] σοι δοκεῖ..., Πλάτ. Γοργ. 502Β, πρβλ. Κρατ. 435Ε· [[ποτέρως]] οὖν οἴει [[μᾶλλον]] ἂν φοβεῖσθαι…, εἰ ὁρῷεν…, ἢ εἰ καταδοξάσειαν…; Ξεν. Ἀν. 7. 7, 30. 2) ἐπὶ πλαγίας ἐρωτήσεως, διορίσαι, π. λέγεις Πλάτ. Πολ. 341Β· διερευνήσασθαι... π. ἔχει [[αὐτόθι]] 368C, πρβλ. Πολιτ. 272D.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />de laquelle des deux manières ?<br />'''Étymologie:''' [[πότερος]].
}}
}}

Revision as of 19:32, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ποτέρως Medium diacritics: ποτέρως Low diacritics: ποτέρως Capitals: ΠΟΤΕΡΩΣ
Transliteration A: potérōs Transliteration B: poterōs Transliteration C: poteros Beta Code: pote/rws

English (LSJ)

Adv. of πότερος,

   A in which of two ways? π. ἂν μᾶλλον ἄνθρωποι σωφρονοῖεν, ἀργοῦντες ἢ . . ἐπιμελόμενοι; ib.2.7.8, cf. 1.6.15, etc.; πότερόν ἐστιν αὐτῆς (sc. τῆς τραγῳδίας) τὸ ἐπιχείρημα... χαρίζεσθαι... ἢ καὶ διαμάχεσθαι; π. σοι δοκεῖ . .; Pl.Grg.502b, cf. Cra. 435e; π. οὖν οἴει μᾶλλον ἂν φοβεῖσθαι... εἰ ὁρῷεν... ἢ εἰ καταδοξάσειαν . .; X.An.7.7.30.    2 in indirect questions, διορίσαι, π. λέγεις Pl. R.341b; διερευνήσασθαι . . π. ἔχει ib..368c, cf.Plt.272d.

German (Pape)

[Seite 689] adv. von πότερος, auf welche von beiden Arten; Plat. Gorg. 502 b Rep. I, 341 b; Xen. Cyr. 2, 3, 4; An. 7, 7, 30; auch in indirecter Frage, περὶ τῆς ὠφελείας αὐτοῖν τἀληθὲς ποτέρως ἔχει, Plat. Rep. II, 368 c; auch = ob, Polit. 272 d; Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ποτέρως: Ἐπίρρ. τοῦ πότερος, κατὰ τίνα ἐκ τῶν δύο τρόπων; Λατ. utro modo? π. ἂν μᾶλλον ἄνθρωποι σωφρονοῖεν, ἀργοῦντες ἤ... ἐπιμελούμενοι; Ξεν. Ἀπομν. 2. 7, 8, πρβλ. 1. 6, 15, κτλ.· πότερόν ἐστιν αὐτῆς (ἐξυπακ. τῆς τραγῳδίας) τὸ ἐπιχείρημα…, χαρίζεσθαι…, ἢ καὶ διαμάχεσθαι…, ποτέρως σοι δοκεῖ..., Πλάτ. Γοργ. 502Β, πρβλ. Κρατ. 435Ε· ποτέρως οὖν οἴει μᾶλλον ἂν φοβεῖσθαι…, εἰ ὁρῷεν…, ἢ εἰ καταδοξάσειαν…; Ξεν. Ἀν. 7. 7, 30. 2) ἐπὶ πλαγίας ἐρωτήσεως, διορίσαι, π. λέγεις Πλάτ. Πολ. 341Β· διερευνήσασθαι... π. ἔχει αὐτόθι 368C, πρβλ. Πολιτ. 272D.

French (Bailly abrégé)

adv.
de laquelle des deux manières ?
Étymologie: πότερος.