χειροτονέω: Difference between revisions
(6_1) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χειροτονέω''': [[ἐκτείνω]] ἢ ὑψώνω τὴν χεῖρα [[ὅπως]] ψηφοφορήσω ἐν τῇ Ἀθηναίων ἐκκλησίᾳ, Λουκ. Θεῶν Ἐκκλ. 19, κλπ.· [[περί]] τινος Πλουτ. Φωκ. 34· - ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον, ΙΙ. μετ’ αἰτιατ. προσώπου, ψηφίζομαι ὑπέρ τινος, [[ἐκλέγω]] [[κυρίως]] δι’ ἀνατάσεως τῶν χειρῶν, Ἀριστοφ. Ἀχ. 598, Ὄρν. 1571, κλπ.· εἰς τὴν ἀγορὰν χ. τοὺς ταξιάρχους.., οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον Δημ. 47. 16· [[μετὰ]] διπλ. αἰτ., στρατηγὸν χ. τινὰ Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 11, Ἰσοκρ. 169D. - Παθητ., ἐκλέγομαι, Ἀριστοφ. Ἀχ. 607· χειροτονεῖσθαι ἐπὶ τοῦτο, ἵνα..Λυσί. 189. 39· χ. ἔκ τινων Πλάτ. Νόμ. 763Ε· χ. ἐπὶ τῆς διοικήσεως Ψήφισμα παρὰ Δημ. 265. 13· [[μετὰ]] συστοίχου αἰτ., χ. τὴν ἀρχὴν τὴν ἐπὶ τῷ θεωρικῷ Αἰσχίν. 57. 19, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 517· τὸ χειροτονηθῆναι, δηλ. αἱρεθῆναι διὰ χειροτονίας (ἀνατάσεως τῶν χειρῶν) ἀντετίθετο τῷ λαχεῖν, δηλ. ἐκλεχθῆναι διὰ κλήρου, χειροτονηθεὶς ἢ λαχὼν Πλάτ. Πολιτικ. 300Α, πρβλ. Αἰσχίν. 15, 11. β) μεταγεν. [[καθόλου]], [[διορίζω]], Φίλων 2. 112· [[διορίζω]] εἰς [[ἀξίωμα]] ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, Πράξ. Ἀποστ. ιδ΄, 23, πρβλ. Β΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. η΄, 19· ἐπὶ χειροτονίας κληρικῶν, Ἰγνάτ. 705, 725, Ἀθανάσ. Ι, 260· ἴδε [[χειροτονία]] ΙΙ. 2. 2) μετ’ αἰτ. πράγματος, ψηφοφορῶ διά τι [[πρᾶγμα]], Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 297, 797, Ἰσοκρ. 157Α, Δημ. 309. 27· οὕτω μετ’ ἀπαρεμφ., ὁ [[δῆμος]] ἐχειροτόνησεν ἐξεῖναι..πέμπειν, δι’ ἀνατάσεως τῶν χειρῶν ἀπεφάσισε να.., Αἰσχίν. 29 ἐν τέλει. - Παθητ., κεχειροτόνηται [[ὕβρις]] [[εἶναι]] τὸ [[πρᾶγμα]], ἔχει ὁρισθῇ διὰ χειροτονίας ὅτι τὸ [[πρᾶγμα]] τοῦτο [[εἶναι]] [[ὕβρις]], Δημ. 583. 25. ΙΙΙ. [[διεγείρω]] τι διὰ τῆς χειρός, «χειροτονεῖν τὸ [[αἰδοῖον]], τουτέστιν αἰσχρῶς ἀνακινεῖν καὶ ἀποσπερματίζειν» Σουΐδ. ἐν λ. | |lstext='''χειροτονέω''': [[ἐκτείνω]] ἢ ὑψώνω τὴν χεῖρα [[ὅπως]] ψηφοφορήσω ἐν τῇ Ἀθηναίων ἐκκλησίᾳ, Λουκ. Θεῶν Ἐκκλ. 19, κλπ.· [[περί]] τινος Πλουτ. Φωκ. 34· - ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον, ΙΙ. μετ’ αἰτιατ. προσώπου, ψηφίζομαι ὑπέρ τινος, [[ἐκλέγω]] [[κυρίως]] δι’ ἀνατάσεως τῶν χειρῶν, Ἀριστοφ. Ἀχ. 598, Ὄρν. 1571, κλπ.· εἰς τὴν ἀγορὰν χ. τοὺς ταξιάρχους.., οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον Δημ. 47. 16· [[μετὰ]] διπλ. αἰτ., στρατηγὸν χ. τινὰ Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 11, Ἰσοκρ. 169D. - Παθητ., ἐκλέγομαι, Ἀριστοφ. Ἀχ. 607· χειροτονεῖσθαι ἐπὶ τοῦτο, ἵνα..Λυσί. 189. 39· χ. ἔκ τινων Πλάτ. Νόμ. 763Ε· χ. ἐπὶ τῆς διοικήσεως Ψήφισμα παρὰ Δημ. 265. 13· [[μετὰ]] συστοίχου αἰτ., χ. τὴν ἀρχὴν τὴν ἐπὶ τῷ θεωρικῷ Αἰσχίν. 57. 19, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 517· τὸ χειροτονηθῆναι, δηλ. αἱρεθῆναι διὰ χειροτονίας (ἀνατάσεως τῶν χειρῶν) ἀντετίθετο τῷ λαχεῖν, δηλ. ἐκλεχθῆναι διὰ κλήρου, χειροτονηθεὶς ἢ λαχὼν Πλάτ. Πολιτικ. 300Α, πρβλ. Αἰσχίν. 15, 11. β) μεταγεν. [[καθόλου]], [[διορίζω]], Φίλων 2. 112· [[διορίζω]] εἰς [[ἀξίωμα]] ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, Πράξ. Ἀποστ. ιδ΄, 23, πρβλ. Β΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. η΄, 19· ἐπὶ χειροτονίας κληρικῶν, Ἰγνάτ. 705, 725, Ἀθανάσ. Ι, 260· ἴδε [[χειροτονία]] ΙΙ. 2. 2) μετ’ αἰτ. πράγματος, ψηφοφορῶ διά τι [[πρᾶγμα]], Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 297, 797, Ἰσοκρ. 157Α, Δημ. 309. 27· οὕτω μετ’ ἀπαρεμφ., ὁ [[δῆμος]] ἐχειροτόνησεν ἐξεῖναι..πέμπειν, δι’ ἀνατάσεως τῶν χειρῶν ἀπεφάσισε να.., Αἰσχίν. 29 ἐν τέλει. - Παθητ., κεχειροτόνηται [[ὕβρις]] [[εἶναι]] τὸ [[πρᾶγμα]], ἔχει ὁρισθῇ διὰ χειροτονίας ὅτι τὸ [[πρᾶγμα]] τοῦτο [[εἶναι]] [[ὕβρις]], Δημ. 583. 25. ΙΙΙ. [[διεγείρω]] τι διὰ τῆς χειρός, «χειροτονεῖν τὸ [[αἰδοῖον]], τουτέστιν αἰσχρῶς ἀνακινεῖν καὶ ἀποσπερματίζειν» Σουΐδ. ἐν λ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br /><i>f.</i> χειροτονήσω, <i>ao.</i> ἐχειροτόνεσα, <i>pf.</i> κεχειροτόνηκα, <i>etc.</i><br />tendre la main pour voter, <i>d’où</i><br /><b>1</b> voter à main levée;<br /><b>2</b> nommer par un vote à main levée : τινα, qqn : τινα στρατηγόν XÉN qqn général ; <i>Pass.</i> être élu à main levée : ἐχειροτονήθη [[Δημοσθένης]] τὴν ἀρχήν ESCHN Démosthène fut investi par un vote à main levée de la charge de ; ἔκ τινων PLAT être élu par qqes-uns;<br /><b>3</b> décider <i>ou</i> décréter par un vote à main levée, acc..<br />'''Étymologie:''' [[χειροτόνος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:35, 9 August 2017
English (LSJ)
A stretch out the hand, for the purpose of giving one's vote in the assembly, περὶ τῶν ἀνδρῶν Plu.Phoc.34; μὴ χ. vote against the motion, Luc.Deor.Conc.9:—but mostly, II c. acc. pers., elect, prop. by show of hands, Ar.Ach.598, Av.1571, etc.; εἰς τὴν ἀγορὰν χ. τοὺς ταξιάρχους... οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον D.4.26; c. dupl. acc., στρατηγὸν χ. τινά X.HG6.2.11, cf. Isoc.8.50:—Pass., to be elected, Ar.Ach.607; ἐπὶ τοῦτ' ἐχειροτονήθησαν, ἵνα . . Lys.28.14; χ. ἔκ τινων Pl.Lg.763e; χ. ἐπὶ τῆς διοικήσεως Decr. ap. D.18.115: c. acc. cogn., χ. τὴν ἀρχὴν τὴν ἐπὶ τῷ θεωρικῷ Aeschin.3.24, cf. Ar.Ec. 517 (anap.); χειροτονηθεὶς ἢ λαχών Pl.Plt.300a, cf. Aeschin.1.106. b later, generally, appoint, Ph.2.112; of the Jewish High Priest, J.AJ13.2.2; τὸν ὑπὸ τοῦ θεοῦ κεχειροτονημένον βασιλέα ib.6.13.9, cf. 7.9.3; appoint to an office in the Church, πρεσβυτέρους Act.Ap.14.23, cf. 2 Ep.Cor.8.19 (Pass.). 2 c. acc. rei, vote for a thing, Ar.Ec.297 (lyr.), 797, lsoc.7.84; γνώμας D.18.248: c. inf., ὁ δῆμος ἐχειροτόνησεν ἐξεῖναι . . πέμπειν voted to send, Aeschin. 2.13, cf. IG12.57.29, 63.4:—Pass., κεχειροτόνηται ὕβρις τὸ πρᾶγυ' εἶναι it is voted, ruled to be... D.21.216. III span with the hand, τὸ αἰδοῖον Artem.1.78 (ap.Suid.; χειροκοπεῖν codd.).
German (Pape)
[Seite 1347] die Hand ausstrecken; bes. in der Volksversammlung durch Aufheben der Hand abstimmen, erwählen, beschließen; τινά, Ar. Ach. 573. 582 u. oft; Plat. Legg. VI, 755 c 756 a; τινὰ στρατηγόν, Xen. Hell. 6, 3. 11; u. oft im pass., wie Lys. 12, 44; χειροτονηθέντα ἢ λαχόντα ἐκ τύχης Plat. Polit. 300 a; τὰς ἐμὰς γνώμας ἐχειροτόνει, stimmte für sie, beschloß sie, Dem. 18, 248; ταῦτα, Isocr. 7, 84; ἐχειροτονήθη Δημοσθένης τὴν ἀρχήν, Aesch. 3, 14; οἱ ἐπὶ τὸ θεωρικὸν κεχειροτονημένοι, 25.
Greek (Liddell-Scott)
χειροτονέω: ἐκτείνω ἢ ὑψώνω τὴν χεῖρα ὅπως ψηφοφορήσω ἐν τῇ Ἀθηναίων ἐκκλησίᾳ, Λουκ. Θεῶν Ἐκκλ. 19, κλπ.· περί τινος Πλουτ. Φωκ. 34· - ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον, ΙΙ. μετ’ αἰτιατ. προσώπου, ψηφίζομαι ὑπέρ τινος, ἐκλέγω κυρίως δι’ ἀνατάσεως τῶν χειρῶν, Ἀριστοφ. Ἀχ. 598, Ὄρν. 1571, κλπ.· εἰς τὴν ἀγορὰν χ. τοὺς ταξιάρχους.., οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον Δημ. 47. 16· μετὰ διπλ. αἰτ., στρατηγὸν χ. τινὰ Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 11, Ἰσοκρ. 169D. - Παθητ., ἐκλέγομαι, Ἀριστοφ. Ἀχ. 607· χειροτονεῖσθαι ἐπὶ τοῦτο, ἵνα..Λυσί. 189. 39· χ. ἔκ τινων Πλάτ. Νόμ. 763Ε· χ. ἐπὶ τῆς διοικήσεως Ψήφισμα παρὰ Δημ. 265. 13· μετὰ συστοίχου αἰτ., χ. τὴν ἀρχὴν τὴν ἐπὶ τῷ θεωρικῷ Αἰσχίν. 57. 19, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 517· τὸ χειροτονηθῆναι, δηλ. αἱρεθῆναι διὰ χειροτονίας (ἀνατάσεως τῶν χειρῶν) ἀντετίθετο τῷ λαχεῖν, δηλ. ἐκλεχθῆναι διὰ κλήρου, χειροτονηθεὶς ἢ λαχὼν Πλάτ. Πολιτικ. 300Α, πρβλ. Αἰσχίν. 15, 11. β) μεταγεν. καθόλου, διορίζω, Φίλων 2. 112· διορίζω εἰς ἀξίωμα ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, Πράξ. Ἀποστ. ιδ΄, 23, πρβλ. Β΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. η΄, 19· ἐπὶ χειροτονίας κληρικῶν, Ἰγνάτ. 705, 725, Ἀθανάσ. Ι, 260· ἴδε χειροτονία ΙΙ. 2. 2) μετ’ αἰτ. πράγματος, ψηφοφορῶ διά τι πρᾶγμα, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 297, 797, Ἰσοκρ. 157Α, Δημ. 309. 27· οὕτω μετ’ ἀπαρεμφ., ὁ δῆμος ἐχειροτόνησεν ἐξεῖναι..πέμπειν, δι’ ἀνατάσεως τῶν χειρῶν ἀπεφάσισε να.., Αἰσχίν. 29 ἐν τέλει. - Παθητ., κεχειροτόνηται ὕβρις εἶναι τὸ πρᾶγμα, ἔχει ὁρισθῇ διὰ χειροτονίας ὅτι τὸ πρᾶγμα τοῦτο εἶναι ὕβρις, Δημ. 583. 25. ΙΙΙ. διεγείρω τι διὰ τῆς χειρός, «χειροτονεῖν τὸ αἰδοῖον, τουτέστιν αἰσχρῶς ἀνακινεῖν καὶ ἀποσπερματίζειν» Σουΐδ. ἐν λ.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
f. χειροτονήσω, ao. ἐχειροτόνεσα, pf. κεχειροτόνηκα, etc.
tendre la main pour voter, d’où
1 voter à main levée;
2 nommer par un vote à main levée : τινα, qqn : τινα στρατηγόν XÉN qqn général ; Pass. être élu à main levée : ἐχειροτονήθη Δημοσθένης τὴν ἀρχήν ESCHN Démosthène fut investi par un vote à main levée de la charge de ; ἔκ τινων PLAT être élu par qqes-uns;
3 décider ou décréter par un vote à main levée, acc..
Étymologie: χειροτόνος.