μελέτα: Difference between revisions

From LSJ

Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau

Menander, Monostichoi, 261
(sl1)
 
(slb)
Line 1: Line 1:
{{Slater
|sltr=<b>μελέτα</b> (-α, -ᾳ, -αν; -αις.)<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>a</b> [[taking]] pains, [[resolution]], [[diligence]] ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον οὐ φατὸν ὀξείᾳ μελέτᾳ (O. 6.37) [[ἕπομαι]] δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν (N. 6.54) Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου [[μάλα]] τιμᾷ τοῦτ' [[ἔπος]] (v. [[Ἡσίοδος]]) (I. 6.66)<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>b</b> [[object]] of [[care]], [[concern]], preoccupation [[μία]] δ' [[οὐχ]] ἅπαντας [[ἄμμε]] θρέψει μελέτα (O. 9.107) μελέταν δὲ σοφισταῖς Διὸς [[ἕκατι]] πρόσβαλον σεβιζόμενοι (sc. ἥροες: [[matter]] [[for]] [[thought]]) (I. 5.28) pl., Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων [[ἔμολον]] [[among]] my (poetic) preoccupations (O. 14.18)
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>μελέτα</b> (-α, -ᾳ, -αν; -αις.)<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>a</b> [[taking]] pains, [[resolution]], [[diligence]] ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον οὐ φατὸν ὀξείᾳ μελέτᾳ (O. 6.37) [[ἕπομαι]] δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν (N. 6.54) Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου [[μάλα]] τιμᾷ τοῦτ' [[ἔπος]] (v. [[Ἡσίοδος]]) (I. 6.66)<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>b</b> [[object]] of [[care]], [[concern]], preoccupation [[μία]] δ' [[οὐχ]] ἅπαντας [[ἄμμε]] θρέψει μελέτα (O. 9.107) μελέταν δὲ σοφισταῖς Διὸς [[ἕκατι]] πρόσβαλον σεβιζόμενοι (sc. ἥροες: [[matter]] [[for]] [[thought]]) (I. 5.28) pl., Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων [[ἔμολον]] [[among]] my (poetic) preoccupations (O. 14.18)
|sltr=<b>μελέτα</b> (-α, -ᾳ, -αν; -αις.)<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>a</b> [[taking]] pains, [[resolution]], [[diligence]] ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον οὐ φατὸν ὀξείᾳ μελέτᾳ (O. 6.37) [[ἕπομαι]] δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν (N. 6.54) Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου [[μάλα]] τιμᾷ τοῦτ' [[ἔπος]] (v. [[Ἡσίοδος]]) (I. 6.66)<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>b</b> [[object]] of [[care]], [[concern]], preoccupation [[μία]] δ' [[οὐχ]] ἅπαντας [[ἄμμε]] θρέψει μελέτα (O. 9.107) μελέταν δὲ σοφισταῖς Διὸς [[ἕκατι]] πρόσβαλον σεβιζόμενοι (sc. ἥροες: [[matter]] [[for]] [[thought]]) (I. 5.28) pl., Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων [[ἔμολον]] [[among]] my (poetic) preoccupations (O. 14.18)
}}
}}

Revision as of 12:36, 17 August 2017

English (Slater)

μελέτα (-α, -ᾳ, -αν; -αις.)
   a taking pains, resolution, diligence ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον οὐ φατὸν ὀξείᾳ μελέτᾳ (O. 6.37) ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν (N. 6.54) Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα τιμᾷ τοῦτ' ἔπος (v. Ἡσίοδος) (I. 6.66)
   b object of care, concern, preoccupation μία δ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα (O. 9.107) μελέταν δὲ σοφισταῖς Διὸς ἕκατι πρόσβαλον σεβιζόμενοι (sc. ἥροες: matter for thought) (I. 5.28) pl., Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων ἔμολον among my (poetic) preoccupations (O. 14.18)

English (Slater)

μελέτα (-α, -ᾳ, -αν; -αις.)
   a taking pains, resolution, diligence ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον οὐ φατὸν ὀξείᾳ μελέτᾳ (O. 6.37) ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν (N. 6.54) Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα τιμᾷ τοῦτ' ἔπος (v. Ἡσίοδος) (I. 6.66)
   b object of care, concern, preoccupation μία δ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα (O. 9.107) μελέταν δὲ σοφισταῖς Διὸς ἕκατι πρόσβαλον σεβιζόμενοι (sc. ἥροες: matter for thought) (I. 5.28) pl., Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων ἔμολον among my (poetic) preoccupations (O. 14.18)