τριττύα: Difference between revisions
Πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει → There are many wondrous things in this world, but none more wondrous than humans
(12) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=trittya | |Transliteration C=trittya | ||
|Beta Code=trittu/a | |Beta Code=trittu/a | ||
|Definition=[ῠ], ἡ, | |Definition=[ῠ], ἡ, = [[τριττύς]] II, Epich.187 (acc. to Eust., but he prob. wrote [[τρίκτοια]] like Sophr. infr.), Ister 34; acc. pl. τριττύας χρυσόκερως Porph.''Abst.''2.60; also [[τρικτεύα]] or [[τρίκτευα]], ''IG''22.1126.34 (Amphict. Delph., iv B. C.); τρίττοια <b class="b3">βόαρχος χρυσόκερως</b> ib.12.76.37, 845.6, cf. Theognost.''Can.''103; τρίττοα, ''IG''12.5.5 (Eleusis, v B. C.); τρικτοι (sic cod. A Ath.) ἀλεξιφαρμάκων Sophr.3 (perhaps <b class="b3">τρίκτοι' ἀλ.</b> rather than <b class="b3">τρικτὺς ἀλ.</b> as Schweigh., Kaibel): [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]] also cites τρίκτειρα (= [[θυσία Ἐνυαλίῳ, θύεται δὲ πάντα τρία καὶ ἔνορχα]]). | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''τριττύᾱ''': ἡ, = τριττὴς ΙΙ, «[[τριττύα]] λέγεται παρὰ τοῖς παλαιοῖς [[θυσία]] ἐκ τριῶν ζῴων, [[οἷον]] δύο μήλων καὶ βοὸς ὡς Ἐπίχαρμος· ἢ βοός, αἰγὸς καὶ προβάτου· ἢ κάπρου, κριοῦ καὶ ταύρου» Φιλήμονος Λεξικ. Τεχνολογ. σελ. 168 Osann., πρβλ. Ἴστρον 34· οὕτω καὶ τρικτεύα (πιθανῶς [[ἡμαρτημένως]] ἀντὶ τρικτύα), Συλλ. Ἐπιγρ. 1688. 34, ἴδε Böckh σ. 811· καὶ ὁ Achrens εἰς Σώφρονα (Ἀποσπ. 33) διορθοῖ τρικτύα ἀντὶ τρίκτοι· ὁ Ἡσύχ. μνημονεύει καὶ [[τρίκτειρα]], (τρικτεῖρα Schm.)· «[[θυσία]] Ἐνυαλίῳ· θύεται δὲ πάντα [[τρία]] καὶ ἔνορχα». | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και τρικτύα και [[τρίκτοια]] και [[τρίττοια]] και [[τρίκτευα]] και τρικτεύα και τρίττοα και [[τρίκτειρα]], ἡ, Α<br />[[θυσία]] τριών ζώων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τριττύς]] / [[τρικτύς]], [[κατά]] τα θηλ. σε -<i>α</i> (<b>πρβλ.</b> [[ὄστρυς]]: [[ὀστρύα]]). Οι τ. [[τρίττοια]] / [[τρίκτοια]] και <i>τρίττοα</i> [[είναι]] πιθανότατα δ. γρφ. της λ., ενώ κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], πιο αβέβαιη, πρόκειται για αναλογικούς σχηματισμούς [[κατά]] τα επίθ. σε -<i>οιος</i> ([[πρβλ]]. [[όμοιος]]). Δυσερμήνευτοι, [[τέλος]], παραμένουν τόσο ο τ. που παραδίδει ο <b>Ησύχ.</b> [[τρίκτειρα]], όσο και ο τ. [[τρίκτευα]] ή <i>τρικτεύα</i> που μαρτυρείται στη φρ. <i>θύεν</i>... <i>τρικτεύαν κηΰα</i> (<b>βλ. λ.</b> [[κήυος]])]. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ἡ, = [[τριττύς]]; nach Eust. zu <i>Od</i>. 11.131 und Philemon. <i>lex</i>. οἱ παλαιοὶ ἔλεγον τὴν ἐκ τριῶν ζώων θυσίαν [[οἷον]] [[δύο]] μήλων καὶ βοός, ἢ βοὸς καὶ αἰγὸς καὶ προβάτου usw., vgl. Nitzsch Anm. III p. 207f. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:19, 25 August 2023
English (LSJ)
[ῠ], ἡ, = τριττύς II, Epich.187 (acc. to Eust., but he prob. wrote τρίκτοια like Sophr. infr.), Ister 34; acc. pl. τριττύας χρυσόκερως Porph.Abst.2.60; also τρικτεύα or τρίκτευα, IG22.1126.34 (Amphict. Delph., iv B. C.); τρίττοια βόαρχος χρυσόκερως ib.12.76.37, 845.6, cf. Theognost.Can.103; τρίττοα, IG12.5.5 (Eleusis, v B. C.); τρικτοι (sic cod. A Ath.) ἀλεξιφαρμάκων Sophr.3 (perhaps τρίκτοι' ἀλ. rather than τρικτὺς ἀλ. as Schweigh., Kaibel): Hsch. also cites τρίκτειρα (= θυσία Ἐνυαλίῳ, θύεται δὲ πάντα τρία καὶ ἔνορχα).
Greek (Liddell-Scott)
τριττύᾱ: ἡ, = τριττὴς ΙΙ, «τριττύα λέγεται παρὰ τοῖς παλαιοῖς θυσία ἐκ τριῶν ζῴων, οἷον δύο μήλων καὶ βοὸς ὡς Ἐπίχαρμος· ἢ βοός, αἰγὸς καὶ προβάτου· ἢ κάπρου, κριοῦ καὶ ταύρου» Φιλήμονος Λεξικ. Τεχνολογ. σελ. 168 Osann., πρβλ. Ἴστρον 34· οὕτω καὶ τρικτεύα (πιθανῶς ἡμαρτημένως ἀντὶ τρικτύα), Συλλ. Ἐπιγρ. 1688. 34, ἴδε Böckh σ. 811· καὶ ὁ Achrens εἰς Σώφρονα (Ἀποσπ. 33) διορθοῖ τρικτύα ἀντὶ τρίκτοι· ὁ Ἡσύχ. μνημονεύει καὶ τρίκτειρα, (τρικτεῖρα Schm.)· «θυσία Ἐνυαλίῳ· θύεται δὲ πάντα τρία καὶ ἔνορχα».
Greek Monolingual
και τρικτύα και τρίκτοια και τρίττοια και τρίκτευα και τρικτεύα και τρίττοα και τρίκτειρα, ἡ, Α
θυσία τριών ζώων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τριττύς / τρικτύς, κατά τα θηλ. σε -α (πρβλ. ὄστρυς: ὀστρύα). Οι τ. τρίττοια / τρίκτοια και τρίττοα είναι πιθανότατα δ. γρφ. της λ., ενώ κατ' άλλη άποψη, πιο αβέβαιη, πρόκειται για αναλογικούς σχηματισμούς κατά τα επίθ. σε -οιος (πρβλ. όμοιος). Δυσερμήνευτοι, τέλος, παραμένουν τόσο ο τ. που παραδίδει ο Ησύχ. τρίκτειρα, όσο και ο τ. τρίκτευα ή τρικτεύα που μαρτυρείται στη φρ. θύεν... τρικτεύαν κηΰα (βλ. λ. κήυος)].
German (Pape)
ἡ, = τριττύς; nach Eust. zu Od. 11.131 und Philemon. lex. οἱ παλαιοὶ ἔλεγον τὴν ἐκ τριῶν ζώων θυσίαν οἷον δύο μήλων καὶ βοός, ἢ βοὸς καὶ αἰγὸς καὶ προβάτου usw., vgl. Nitzsch Anm. III p. 207f.