αντίδραση: Difference between revisions
From LSJ
νύμφην τ' ἄνυμφον παρθένον τ' ἀπάρθενον → wife unwed and virgin that is no virgin | bride that is no bride, virgin that is virgin no more | virgin wife and widowed maid | unwed bride and ravished virgin
(4) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (Α [[ἀντίδρασις]])<br />[[δράση]], [[ενέργεια]], που γίνεται για να εξουδετερώσει [[άλλη]] [[ενέργεια]] | |mltxt=η (Α [[ἀντίδρασις]])<br />[[δράση]], [[ενέργεια]], που γίνεται για να εξουδετερώσει [[άλλη]] [[ενέργεια]]·<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> εχθρική [[στάση]] [[απέναντι]] σε καινοτομίες πολιτικές, κοινωνικές, ιδεολογικές κ.λπ. —<b>φρ.</b> «μαύρη [[αντίδραση]]»<br /><b>2.</b> η [[μετατροπή]] μιας ή περισσότερων χημικών ενώσεων ή στοιχείων σε μία ή περισσότερες άλλες ενώσεις<br /><b>3.</b> το [[αποτέλεσμα]] που προέρχεται από την [[επίδραση]] μιας δύναμης και εμφανίζεται με τη [[μορφή]] δύναμης<br /><b>4.</b> [[κάθε]] [[μεταβολή]] του οργανισμού που πραγματοποιείται [[κάτω]] από την [[επίδραση]] ενός σώματος ξένου [[προς]] αυτόν<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />η [[ανταπόδοση]] του κακού, η [[αντεκδίκηση]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 13:34, 24 April 2024
Greek Monolingual
η (Α ἀντίδρασις)
δράση, ενέργεια, που γίνεται για να εξουδετερώσει άλλη ενέργεια·
νεοελλ.
1. εχθρική στάση απέναντι σε καινοτομίες πολιτικές, κοινωνικές, ιδεολογικές κ.λπ. —φρ. «μαύρη αντίδραση»
2. η μετατροπή μιας ή περισσότερων χημικών ενώσεων ή στοιχείων σε μία ή περισσότερες άλλες ενώσεις
3. το αποτέλεσμα που προέρχεται από την επίδραση μιας δύναμης και εμφανίζεται με τη μορφή δύναμης
4. κάθε μεταβολή του οργανισμού που πραγματοποιείται κάτω από την επίδραση ενός σώματος ξένου προς αυτόν
αρχ.-μσν.
η ανταπόδοση του κακού, η αντεκδίκηση.