χαλκεοθώραξ: Difference between revisions

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
(6)
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=chalkeothoraks
|Transliteration C=chalkeothoraks
|Beta Code=xalkeoqw/rac
|Beta Code=xalkeoqw/rac
|Definition=Ion. χαλκεο-θώρηξ, ηκος, ὁ, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">with brazen breastplate</b>, <span class="bibl">Il.4.448</span>, <span class="bibl">8.62</span>; cf. [[χαλκοθώραξ]].</span>
|Definition=Ion. [[χαλκεοθώρηξ]], ηκος, ὁ, ἡ, [[with brazen breastplate]], Il.4.448, 8.62; cf. [[χαλκοθώραξ]].
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[χαλκοθώραξ]], -ακος, και ιων. τ. χαλκεοθώρηξ, -ηκος, ὁ, Α<br />αυτός που [[φορά]] χάλκινο θώρακα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χαλκεο</i>- / <i>χαλκ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[θώραξ]] (<b>πρβλ.</b> <i>ἀργυρο</i>-[[θώραξ]])].
|mltxt=και [[χαλκοθώραξ]], -ακος, και ιων. τ. χαλκεοθώρηξ, -ηκος, ὁ, Α<br />αυτός που [[φορά]] χάλκινο θώρακα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χαλκεο</i>- / <i>χαλκ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[θώραξ]] ([[πρβλ]]. [[ἀργυροθώραξ]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χαλκεοθώραξ:''' Ιων. -[[θώρηξ]], -ηκος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει χάλκινο θώρακα, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''χαλκεοθώραξ:''' Ιων. -[[θώρηξ]], -ηκος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει χάλκινο θώρακα, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=χαλκεο-[[θώραξ]], ''Ionic'' -[[θώρηξ]], ηκος,<br />with brasen breastplate, Il.
}}
}}

Latest revision as of 11:27, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χαλκεοθώραξ Medium diacritics: χαλκεοθώραξ Low diacritics: χαλκεοθώραξ Capitals: ΧΑΛΚΕΟΘΩΡΑΞ
Transliteration A: chalkeothṓrax Transliteration B: chalkeothōrax Transliteration C: chalkeothoraks Beta Code: xalkeoqw/rac

English (LSJ)

Ion. χαλκεοθώρηξ, ηκος, ὁ, ἡ, with brazen breastplate, Il.4.448, 8.62; cf. χαλκοθώραξ.

German (Pape)

[Seite 1329] ακος, ep. u. ion. χαλκεοθώρηξ, ηκος, mit ehernem Brustpanzer, Il. 4, 448. 8, 62.

Greek (Liddell-Scott)

χαλκεοθώραξ: Ἰων. -θώρηξ, ηκος, ὁ, ἡ, ὁ χαλκοῦν ἔχων θώρακα, Ἰλ. Δ. 448, Θ. 62· πρβλ. χαλκοθώραξ.

Greek Monolingual

και χαλκοθώραξ, -ακος, και ιων. τ. χαλκεοθώρηξ, -ηκος, ὁ, Α
αυτός που φορά χάλκινο θώρακα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκεο- / χαλκ(ο)- + θώραξ (πρβλ. ἀργυροθώραξ)].

Greek Monotonic

χαλκεοθώραξ: Ιων. -θώρηξ, -ηκος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει χάλκινο θώρακα, σε Ομήρ. Ιλ.

Middle Liddell

χαλκεο-θώραξ, Ionic -θώρηξ, ηκος,
with brasen breastplate, Il.