χιλιοστός: Difference between revisions

From LSJ

Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)

Source
(1b)
m (LSJ1 replacement)
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=chiliostos
|Transliteration C=chiliostos
|Beta Code=xiliosto/s
|Beta Code=xiliosto/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">thousandth</b>, <span class="bibl">X.<span class="title">Cyr.</span>2.3.6</span>, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Phdr.</span>249b</span>, <span class="bibl"><span class="title">R.</span>615c</span>, etc.: ἡ χ. <b class="b2">tax of 1000th</b>, PEleph.14.12 (iii B. C.), Hsch.</span>
|Definition=χιλιοστή, χιλιοστόν, [[thousandth]], X.Cyr.2.3.6, Pl.Phdr.249b, R.615c, etc.: ἡ [[χιλιοστή]] = [[tax of 1000th]], PEleph.14.12 (iii B. C.), [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1356.png Seite 1356]] der tausendste, Plat. Phaedr. 249 b u. Folgde.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1356.png Seite 1356]] der tausendste, Plat. Phaedr. 249 b u. Folgde.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />[[millième]].<br />'''Étymologie:''' [[χίλιοι]].
}}
{{elru
|elrutext='''χῑλιοστός:''' [[тысячный]] (по порядку) Xen., Plat.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χῑλιοστός''': -ή, -όν, τακτικὸν ἀριθμ. τοῦ [[χίλιοι]], τῷ χιλιοστῷ ἔτει Πλάτ. Φαῖδρ. 249Β, Πολ. 615C, Ξεν., κλπ.· ἡ χιλιοστὴ, [[τέλος]], δασμὸς τοῦ χιλιοστοῦ μέρους, «[[τέλος]] ἀπὸ τῆς ☥θυσίας» Ἡσύχ.
|lstext='''χῑλιοστός''': -ή, -όν, τακτικὸν ἀριθμ. τοῦ [[χίλιοι]], τῷ χιλιοστῷ ἔτει Πλάτ. Φαῖδρ. 249Β, Πολ. 615C, Ξεν., κλπ.· ἡ χιλιοστὴ, [[τέλος]], δασμὸς τοῦ χιλιοστοῦ μέρους, «[[τέλος]] ἀπὸ τῆς ☥θυσίας» Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />millième.<br />'''Étymologie:''' [[χίλιοι]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[χιλιοστός]], -ή, -όν, ΝΜΑ<br />αυτός που κατέχει τον αριθμό [[χίλια]] σε [[σειρά]] ή [[τάξη]] (α. «ο [[χιλιοστός]] [[επιβάτης]]» β. «οὐκ ἂν κριθείην [[οὔτε]] [[πρῶτος]] [[οὔτε]] [[δεύτερος]] [[οἶμαι]] δὲ οὐδὲ [[χιλιοστός]]», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <b>βλ.</b> [[χιλιοστό]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ χιλιοστή</i><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «χιλιοστή<br />[[τέλος]] ἀπὸ τῆς θυσίας».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χίλιοι]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>οστός</i>. (αναλογικά [[προς]] το [[εικοστός]]), <b>πρβλ.</b> <i>ἑκατ</i>-<i>οστός</i>].
|mltxt=-ή, -ό / [[χιλιοστός]], -ή, -όν, ΝΜΑ<br />αυτός που κατέχει τον αριθμό [[χίλια]] σε [[σειρά]] ή [[τάξη]] (α. «ο [[χιλιοστός]] [[επιβάτης]]» β. «οὐκ ἂν κριθείην [[οὔτε]] [[πρῶτος]] [[οὔτε]] [[δεύτερος]] [[οἶμαι]] δὲ οὐδὲ [[χιλιοστός]]», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <b>βλ.</b> [[χιλιοστό]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ χιλιοστή</i><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «χιλιοστή<br />[[τέλος]] ἀπὸ τῆς θυσίας».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χίλιοι]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>οστός</i>. (αναλογικά [[προς]] το [[εικοστός]]), [[πρβλ]]. [[ἑκατοστός]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χῑλιοστός:''' -ή, -όν ([[χίλιοι]]), [[χιλιοστός]], σε Πλάτ., Ξεν.
|lsmtext='''χῑλιοστός:''' -ή, -όν ([[χίλιοι]]), [[χιλιοστός]], σε Πλάτ., Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''χῑλιοστός:''' тысячный (по порядку) Xen., Plat.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=χῑλιοστός, ή, όν [[χίλιοι]]<br />the [[thousandth]], Plat., Xen.
|mdlsjtxt=χῑλιοστός, ή, όν [[χίλιοι]]<br />the [[thousandth]], Plat., Xen.
}}
}}

Latest revision as of 09:15, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χῑλιοστός Medium diacritics: χιλιοστός Low diacritics: χιλιοστός Capitals: ΧΙΛΙΟΣΤΟΣ
Transliteration A: chiliostós Transliteration B: chiliostos Transliteration C: chiliostos Beta Code: xiliosto/s

English (LSJ)

χιλιοστή, χιλιοστόν, thousandth, X.Cyr.2.3.6, Pl.Phdr.249b, R.615c, etc.: ἡ χιλιοστή = tax of 1000th, PEleph.14.12 (iii B. C.), Hsch.

German (Pape)

[Seite 1356] der tausendste, Plat. Phaedr. 249 b u. Folgde.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
millième.
Étymologie: χίλιοι.

Russian (Dvoretsky)

χῑλιοστός: тысячный (по порядку) Xen., Plat.

Greek (Liddell-Scott)

χῑλιοστός: -ή, -όν, τακτικὸν ἀριθμ. τοῦ χίλιοι, τῷ χιλιοστῷ ἔτει Πλάτ. Φαῖδρ. 249Β, Πολ. 615C, Ξεν., κλπ.· ἡ χιλιοστὴ, τέλος, δασμὸς τοῦ χιλιοστοῦ μέρους, «τέλος ἀπὸ τῆς ☥θυσίας» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

-ή, -ό / χιλιοστός, -ή, -όν, ΝΜΑ
αυτός που κατέχει τον αριθμό χίλια σε σειρά ή τάξη (α. «ο χιλιοστός επιβάτης» β. «οὐκ ἂν κριθείην οὔτε πρῶτος οὔτε δεύτερος οἶμαι δὲ οὐδὲ χιλιοστός», Ξεν.)
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. βλ. χιλιοστό
αρχ.
το θηλ. ως ουσ. ἡ χιλιοστή
(κατά τον Ησύχ.) «χιλιοστή
τέλος ἀπὸ τῆς θυσίας».
[ΕΤΥΜΟΛ. < χίλιοι + κατάλ. -οστός. (αναλογικά προς το εικοστός), πρβλ. ἑκατοστός].

Greek Monotonic

χῑλιοστός: -ή, -όν (χίλιοι), χιλιοστός, σε Πλάτ., Ξεν.

Middle Liddell

χῑλιοστός, ή, όν χίλιοι
the thousandth, Plat., Xen.