κεβλήγονος: Difference between revisions

From LSJ

ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ → be hospitable to guests; you too will be a guest

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (LSJ1 replacement)
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kevligonos
|Transliteration C=kevligonos
|Beta Code=keblh/gonos
|Beta Code=keblh/gonos
|Definition=ον, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[with its seed in its head]], of the poppy, <span class="bibl">Nic.<span class="title">Al.</span> 433</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> [[born from the head]], Ἀτρυτώνη <span class="bibl">Euph.108</span>.</span>
|Definition=κεβλήγονον,<br><span class="bld">A</span> [[with its seed in its head]], of the poppy, Nic.''Al.'' 433.<br><span class="bld">II</span> [[born from the head]], Ἀτρυτώνη Euph.108.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κεβλήγονος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για την [[παπαρούνα]]) αυτός που έχει το [[σπέρμα]] στην [[κεφαλή]] («μήκωνος κεβληγόνου [[δάκρυ]]»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[κεβλήγονος]] [[Ἀτρυτώνη]]» — η Αθηνά, που γεννήθηκε από την [[κεφαλή]] του [[Διός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κεβλή]] <span style="color: red;">+</span> -[[γόνος]] (<span style="color: red;"><</span> [[γόνος]] <span style="color: red;"><</span> [[γίγνομαι]] «γεννιέμαι»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αρχέ</i>-<i>γονος</i>, <i>θεό</i>-<i>γονος</i>].
|mltxt=[[κεβλήγονος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για την [[παπαρούνα]]) αυτός που έχει το [[σπέρμα]] στην [[κεφαλή]] («μήκωνος κεβληγόνου [[δάκρυ]]»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[κεβλήγονος]] [[Ἀτρυτώνη]]» — η Αθηνά, που γεννήθηκε από την [[κεφαλή]] του [[Διός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κεβλή]] <span style="color: red;">+</span> -[[γόνος]] (<span style="color: red;"><</span> [[γόνος]] <span style="color: red;"><</span> [[γίγνομαι]] «γεννιέμαι»), [[πρβλ]]. [[αρχέγονος]], [[θεόγονος]]].
}}
}}

Latest revision as of 10:59, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεβλήγονος Medium diacritics: κεβλήγονος Low diacritics: κεβλήγονος Capitals: ΚΕΒΛΗΓΟΝΟΣ
Transliteration A: keblḗgonos Transliteration B: keblēgonos Transliteration C: kevligonos Beta Code: keblh/gonos

English (LSJ)

κεβλήγονον,
A with its seed in its head, of the poppy, Nic.Al. 433.
II born from the head, Ἀτρυτώνη Euph.108.

German (Pape)

[Seite 1410] den Saamen im Kopfe tragend, vom Mohn, Nic. Al. 433. Nach dem Schol. auch von der Athene, im Kopfe erzeugt, Euphor.

Greek (Liddell-Scott)

κεβλήγονος: -ον, ἔχων τὸν γόνον ἐν τῇ κεφαλῇ, ἐπὶ τῆς μήκωνος, ὅτι ἐν τῇ κεφαλῇ τὸ σπέρμα ἔχει· κατὰ τὸν Σχολ. καὶ ἡ Ἀθηνᾶ οὕτως ἐκαλεῖτο ὡς ἐν τῇ κεφαλῇ τοῦ Διὸς κυοφορηθεῖσα, Νικ. Ἀλ. 433.

Greek Monolingual

κεβλήγονος, -ον (Α)
1. (για την παπαρούνα) αυτός που έχει το σπέρμα στην κεφαλή («μήκωνος κεβληγόνου δάκρυ»)
2. φρ. «κεβλήγονος Ἀτρυτώνη» — η Αθηνά, που γεννήθηκε από την κεφαλή του Διός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κεβλή + -γόνος (< γόνος < γίγνομαι «γεννιέμαι»), πρβλ. αρχέγονος, θεόγονος].