ἐκτότης: Difference between revisions
From LSJ
οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → keeping silence is not shameful; speaking at random is (Menander)
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ektotis | |Transliteration C=ektotis | ||
|Beta Code=e)kto/ths | |Beta Code=e)kto/ths | ||
|Definition=ητος, ἡ, | |Definition=ητος, ἡ, [[being]] [[ἐκτός]], [[absence]], νόσου Gal.10.54. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ητος, ἡ [[ausencia]] νόσου Gal.10.54, ὑγείας Gal.10.56. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐκτότης''': -ητος, ἡ, τὸ [[εἶναι]] ἐκτός, [[ἀπουσία]], νόσου Γαλην. 10. 54. | |lstext='''ἐκτότης''': -ητος, ἡ, τὸ [[εἶναι]] ἐκτός, [[ἀπουσία]], νόσου Γαλην. 10. 54. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐκτότης]], η (Α)<br />το να [[είναι]] [[κάποιος]] ή [[κάτι]] [[εκτός]], η [[έλλειψη]], η [[απουσία]] («[[εκτότης]] νόσου» — [[απουσία]] νόσου, Γαλην.). | |mltxt=[[ἐκτότης]], η (Α)<br />το να [[είναι]] [[κάποιος]] ή [[κάτι]] [[εκτός]], η [[έλλειψη]], η [[απουσία]] («[[εκτότης]] νόσου» — [[απουσία]] νόσου, Γαλην.). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 15:40, 1 October 2022
English (LSJ)
ητος, ἡ, being ἐκτός, absence, νόσου Gal.10.54.
Spanish (DGE)
-ητος, ἡ ausencia νόσου Gal.10.54, ὑγείας Gal.10.56.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκτότης: -ητος, ἡ, τὸ εἶναι ἐκτός, ἀπουσία, νόσου Γαλην. 10. 54.
Greek Monolingual
ἐκτότης, η (Α)
το να είναι κάποιος ή κάτι εκτός, η έλλειψη, η απουσία («εκτότης νόσου» — απουσία νόσου, Γαλην.).