Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μηλίτης: Difference between revisions

From LSJ

Δίκαιος ἀδικεῖν οὐκ ἐπίσταται τρόπος → Iniuste facere nesciunt mores probi → Ein rechter Sinn versteht sich nicht aufs Unrecht tun

Menander, Monostichoi, 136
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=militis
|Transliteration C=militis
|Beta Code=mhli/ths
|Beta Code=mhli/ths
|Definition=[ῑ], ου, ὁ, ([[μῆλον]] B) μηλίτης [[οἶνος]] <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[apple]] or [[quince]] [[wine]], [[cider]], Plu.2.648e, Dsc.5.20. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> ([[μῆλον]] A) [[μηλῖται ἀριθμοί]] = [[arithmetical]] [[problem]]s about a [[number]] of [[sheep]], Sch.<span class="bibl">Pl.<span class="title">Chrm.</span>165e</span>, cf. Hero *Deff.135.5.</span>
|Definition=[ῑ], ου, ὁ, ([[μῆλον]] B) μηλίτης [[οἶνος]]<br><span class="bld">A</span> [[apple]] or [[quince]] [[wine]], [[cider]], Plu.2.648e, Dsc.5.20.<br><span class="bld">II</span> ([[μῆλον]] A) [[μηλῖται ἀριθμοί]] = [[arithmetical]] [[problem]]s about a [[number]] of [[sheep]], Sch.Pl.''Chrm.''165e, cf. Hero *Deff.135.5.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0172.png Seite 172]] ὁ, 1) von Aepfeln bereitet, [[οἶνος]], Apfelwein, Plut. Symp. 2, 3, 1. – 2) von Schaafen, [[ἀριθμός]], Schol. Plat. 91, eine arithmetische Aufgabe, wodurch eine Zahl von Schaafen bestimmt wird.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0172.png Seite 172]] ὁ, 1) von Aepfeln bereitet, [[οἶνος]], Apfelwein, Plut. Symp. 2, 3, 1. – 2) von Schaafen, [[ἀριθμός]], Schol. Plat. 91, eine arithmetische Aufgabe, wodurch eine Zahl von Schaafen bestimmt wird.
}}
{{elru
|elrutext='''μηλίτης:''' ου (ῑ) adj. m [[μῆλον]] I] яблочный ([[οἶνος]] Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 17: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο (Α [[μηλίτης]])<br />αλκοολούχο [[ποτό]] που παρασκευάζεται με [[ζύμωση]] χυμού μήλων ή ενός μίγματος μήλων και αχλαδιών, που εκχυλίζεται με ή [[χωρίς]] την [[προσθήκη]] νερού<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[μηλίτης]] μυς» — ο μυς του μήλου της [[παρειάς]], τον οποίο σχηματίζουν οι μυϊκές δεσμίδες του σφιγκτήρα τών βλεφάρων οι οποίες κατέρχονται από τους κανθούς του οφθαλμού και συγκλίνουν [[προς]] τη ζυγωματική [[χώρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μῆλον]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] ([[πρβλ]]. <i>δαφν</i>-[[ίτης]], <i>σελιν</i>-[[ίτης]])].<br /> <b>(II)</b><br />[[μηλίτης]], ὁ (Α)<br /><b>φρ.</b> «μηλῑται ἀριθμοί» — αριθμητικό [[πρόβλημα]] σχετικό με τον αριθμό τών προβάτων («θεωρεῑ οὖν [ἡ λογιστική] τοῦτο μὲν τὸ κληθὲν ὑπ' Ἀρχιμήδους βοεικὸν [[πρόβλημα]], τοῦτο δὲ μηλίτας καὶ φιαλίτας ἀριθμούς, τοὺς μὲν ἐπὶ φιαλῶν, τοὺς δὲ ἐπὶ ποίμνης», Σχόλ. <b>Πλάτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μῆλον]] (ΙΙ) «[[πρόβατον]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο (Α [[μηλίτης]])<br />αλκοολούχο [[ποτό]] που παρασκευάζεται με [[ζύμωση]] χυμού μήλων ή ενός μίγματος μήλων και αχλαδιών, που εκχυλίζεται με ή [[χωρίς]] την [[προσθήκη]] νερού<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[μηλίτης]] μυς» — ο μυς του μήλου της [[παρειάς]], τον οποίο σχηματίζουν οι μυϊκές δεσμίδες του σφιγκτήρα τών βλεφάρων οι οποίες κατέρχονται από τους κανθούς του οφθαλμού και συγκλίνουν [[προς]] τη ζυγωματική [[χώρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μῆλον]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] ([[πρβλ]]. [[δαφνίτης]], [[σελινίτης]])].<br /> <b>(II)</b><br />[[μηλίτης]], ὁ (Α)<br /><b>φρ.</b> «μηλῖται ἀριθμοί» — αριθμητικό [[πρόβλημα]] σχετικό με τον αριθμό τών προβάτων («θεωρεῖ οὖν [ἡ λογιστική] τοῦτο μὲν τὸ κληθὲν ὑπ' Ἀρχιμήδους βοεικὸν [[πρόβλημα]], τοῦτο δὲ μηλίτας καὶ φιαλίτας ἀριθμούς, τοὺς μὲν ἐπὶ φιαλῶν, τοὺς δὲ ἐπὶ ποίμνης», Σχόλ. <b>Πλάτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μῆλον]] (ΙΙ) «[[πρόβατον]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]]].
}}
{{elru
|elrutext='''μηλίτης:''' ου (ῑ) adj. m [[μῆλον]] I] яблочный ([[οἶνος]] Plut.).
}}
}}

Latest revision as of 14:41, 6 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηλίτης Medium diacritics: μηλίτης Low diacritics: μηλίτης Capitals: ΜΗΛΙΤΗΣ
Transliteration A: mēlítēs Transliteration B: mēlitēs Transliteration C: militis Beta Code: mhli/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ, (μῆλον B) μηλίτης οἶνος
A apple or quince wine, cider, Plu.2.648e, Dsc.5.20.
II (μῆλον A) μηλῖται ἀριθμοί = arithmetical problems about a number of sheep, Sch.Pl.Chrm.165e, cf. Hero *Deff.135.5.

German (Pape)

[Seite 172] ὁ, 1) von Aepfeln bereitet, οἶνος, Apfelwein, Plut. Symp. 2, 3, 1. – 2) von Schaafen, ἀριθμός, Schol. Plat. 91, eine arithmetische Aufgabe, wodurch eine Zahl von Schaafen bestimmt wird.

Russian (Dvoretsky)

μηλίτης: ου (ῑ) adj. m μῆλον I] яблочный (οἶνος Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

μηλίτης: -ου, ὁ, (μῆλον Β) οἶνος μ., οἶνος ἐκ μήλων ἢ κυδωνίων, Πλούτ. 2. 648Ε ΙΙ. (μῆλον Α) μ. ἀριθμός, πρόβλημά τι ἀριθμητικὸν περὶ ἀριθμοῦ τινος προβάτων, Σχόλ. Πλάτ. σ. 91· πρβλ. φιαλίτης.

Greek Monolingual

(I)
ο (Α μηλίτης)
αλκοολούχο ποτό που παρασκευάζεται με ζύμωση χυμού μήλων ή ενός μίγματος μήλων και αχλαδιών, που εκχυλίζεται με ή χωρίς την προσθήκη νερού
νεοελλ.
φρ. «μηλίτης μυς» — ο μυς του μήλου της παρειάς, τον οποίο σχηματίζουν οι μυϊκές δεσμίδες του σφιγκτήρα τών βλεφάρων οι οποίες κατέρχονται από τους κανθούς του οφθαλμού και συγκλίνουν προς τη ζυγωματική χώρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (Ι) + κατάλ. -ίτης (πρβλ. δαφνίτης, σελινίτης)].
(II)
μηλίτης, ὁ (Α)
φρ. «μηλῖται ἀριθμοί» — αριθμητικό πρόβλημα σχετικό με τον αριθμό τών προβάτων («θεωρεῖ οὖν [ἡ λογιστική] τοῦτο μὲν τὸ κληθὲν ὑπ' Ἀρχιμήδους βοεικὸν πρόβλημα, τοῦτο δὲ μηλίτας καὶ φιαλίτας ἀριθμούς, τοὺς μὲν ἐπὶ φιαλῶν, τοὺς δὲ ἐπὶ ποίμνης», Σχόλ. Πλάτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (ΙΙ) «πρόβατον» + κατάλ. -ίτης].