λαθητικός: Difference between revisions

From LSJ

πρῶτον μὲν οὖν ὄστρεια παρὰ Νηρεῖ τινι ἰδὼν γέροντι φυκί ἠμφιεσμένα ἔλαβον ἐχίνους τ' ἐστὶ γὰρ προοίμιον δείπνου χαριέντως ταῦτα πεπρυτανευμένου → So first I spotted oysters wrapped in seaweed at the shop of some old Nereus, and sea urchins, which I bought; these were the appetizers for a delightfully managed dinner

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=lathitikos
|Transliteration C=lathitikos
|Beta Code=laqhtiko/s
|Beta Code=laqhtiko/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[likely to escape detection]], <span class="bibl">Arist.<span class="title">Rh.</span>1372a21</span>.</span>
|Definition=λαθητική, λαθητικόν, [[likely to escape detection]], Arist.''Rh.''1372a21.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0005.png Seite 5]] der sich leicht verbergen kann, leicht verborgen bleibt, λαθητικοί εἰσιν οἵ τ' ἐναντίοι τοῖς ἐγκλήμασιν, οἷον ἀσθενὴς περὶ αἰκίας, Arist. rhet. 1, 12, was er selbst auch ausdrückt δύνανται καὶ πράττειν καὶ λανθάνειν.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0005.png Seite 5]] der sich leicht verbergen kann, leicht verborgen bleibt, λαθητικοί εἰσιν οἵ τ' ἐναντίοι τοῖς ἐγκλήμασιν, οἷον ἀσθενὴς περὶ αἰκίας, Arist. rhet. 1, 12, was er selbst auch ausdrückt δύνανται καὶ πράττειν καὶ λανθάνειν.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />[[qui se cache volontiers]], [[qui aime à se cacher]].<br />'''Étymologie:''' [[λανθάνω]].
}}
{{elru
|elrutext='''λᾰθητικός:''' [[легко скрывающийся]], [[могущий без труда скрыться]] Arst.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''λᾰθητικός''': -ή, -όν, ὁ διαφεύγων ἢ δυνάμενος νὰ διαφύγῃ τὴν προσοχὴν τῶν ἄλλων, Ἀριστ. Ρητ. 1. 12, 5.
|lstext='''λᾰθητικός''': -ή, -όν, ὁ διαφεύγων ἢ δυνάμενος νὰ διαφύγῃ τὴν προσοχὴν τῶν ἄλλων, Ἀριστ. Ρητ. 1. 12, 5.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qui se cache volontiers, qui aime à se cacher.<br />'''Étymologie:''' [[λανθάνω]].
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λᾰθητικός:''' -ή, -όν, αυτός που δύναται να διαφύγει της προσοχής των άλλων, σε Αριστ.
|lsmtext='''λᾰθητικός:''' -ή, -όν, αυτός που δύναται να διαφύγει της προσοχής των άλλων, σε Αριστ.
}}
{{elru
|elrutext='''λᾰθητικός:''' [[легко скрывающийся]], [[могущий без труда скрыться]] Arst.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=λᾰθητικός, ή, όν<br />[[likely]] to [[escape]] [[notice]], Arist.
|mdlsjtxt=λᾰθητικός, ή, όν<br />[[likely]] to [[escape]] [[notice]], Arist.
}}
}}

Latest revision as of 11:48, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λᾰθητικός Medium diacritics: λαθητικός Low diacritics: λαθητικός Capitals: ΛΑΘΗΤΙΚΟΣ
Transliteration A: lathētikós Transliteration B: lathētikos Transliteration C: lathitikos Beta Code: laqhtiko/s

English (LSJ)

λαθητική, λαθητικόν, likely to escape detection, Arist.Rh.1372a21.

German (Pape)

[Seite 5] der sich leicht verbergen kann, leicht verborgen bleibt, λαθητικοί εἰσιν οἵ τ' ἐναντίοι τοῖς ἐγκλήμασιν, οἷον ἀσθενὴς περὶ αἰκίας, Arist. rhet. 1, 12, was er selbst auch ausdrückt δύνανται καὶ πράττειν καὶ λανθάνειν.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
qui se cache volontiers, qui aime à se cacher.
Étymologie: λανθάνω.

Russian (Dvoretsky)

λᾰθητικός: легко скрывающийся, могущий без труда скрыться Arst.

Greek (Liddell-Scott)

λᾰθητικός: -ή, -όν, ὁ διαφεύγων ἢ δυνάμενος νὰ διαφύγῃ τὴν προσοχὴν τῶν ἄλλων, Ἀριστ. Ρητ. 1. 12, 5.

Greek Monolingual

λαθητικός, -ή, -όν (Α)
αυτός που διαφεύγει ή μπορεί να διαφύγει την προσοχή των άλλων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. λαθ- του λανθάνω (πρβλ. αόρ. β' -λαθ-ον) + επίθημα -ητικός κατά το σχήμα μανθάνω - μαθητής / μαθητός - μαθητικός.

Greek Monotonic

λᾰθητικός: -ή, -όν, αυτός που δύναται να διαφύγει της προσοχής των άλλων, σε Αριστ.

Middle Liddell

λᾰθητικός, ή, όν
likely to escape notice, Arist.