λάχνος: Difference between revisions

From LSJ

ἐκ τῆς θαλάττης ἅπασα ὑμῖν ἤρτηται σωτηρίαyour safety altogether depends upon the sea

Source
(22)
(5)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[λάχνος]], ὁ (Α)<br />[[λάχνη]], [[χνούδι]], [[τρίχωμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παρλλ. τ. του [[λάχνη]].———————— <b>(II)</b><br />[[λάχνος]], ὁ (Α)<br />[[λαίμαργος]], [[αδηφάγος]].———————— <b>(III)</b><br />ο<br /><b>ζωολ.</b> [[γένος]] εντόμων της οικογένειας aphididae.
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[λάχνος]], ὁ (Α)<br />[[λάχνη]], [[χνούδι]], [[τρίχωμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παρλλ. τ. του [[λάχνη]].———————— <b>(II)</b><br />[[λάχνος]], ὁ (Α)<br />[[λαίμαργος]], [[αδηφάγος]].———————— <b>(III)</b><br />ο<br /><b>ζωολ.</b> [[γένος]] εντόμων της οικογένειας aphididae.
}}
{{lsm
|lsmtext='''λάχνος:''' ὁ, = [[λάχνη]], [[μαλλί]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}

Revision as of 00:03, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λάχνος Medium diacritics: λάχνος Low diacritics: λάχνος Capitals: ΛΑΧΝΟΣ
Transliteration A: láchnos Transliteration B: lachnos Transliteration C: lachnos Beta Code: la/xnos

English (LSJ)

(A), ὁ,

   A = λάχνη, wool, Od.9.445; v.l. λαχμός (c).
λάχνος (B), ὁ,

   A glutton, Gloss.; cf. λάγνος, λίχνος.

German (Pape)

[Seite 20] ὁ, = λάχνη, Schaafwolle, Od. 9, 445.

Greek (Liddell-Scott)

λάχνος: ὁ, = λάχνη, ἔριον, Ὀδ. Ι. 445· διάφ. γραφ. λαχμός.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
toison de brebis.
Étymologie: cf. λάχνη.

English (Autenrieth)

= λάχνη, wool, Od. 9.445†.

Greek Monolingual

(I)
λάχνος, ὁ (Α)
λάχνη, χνούδι, τρίχωμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. του λάχνη.———————— (II)
λάχνος, ὁ (Α)
λαίμαργος, αδηφάγος.———————— (III)
ο
ζωολ. γένος εντόμων της οικογένειας aphididae.

Greek Monotonic

λάχνος: ὁ, = λάχνη, μαλλί, σε Ομήρ. Οδ.