βαθυδινήεις: Difference between revisions
From LSJ
ὃς ἂν βούληται τῆν γῆν κινῆσαι κινησάτω τὸ πρῶτον ἑαυτόν → let him that would move the world first move himself
(7) |
(1b) |
||
Line 10: | Line 10: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[βαθυδινήεις]], -εσσα, -εν και βαθυδινής, -ές και [[βαθυδίνης]], ο (Α)<br />(για ποταμό) αυτός που σχηματίζει βαθιές δίνες, [[ορμητικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[βαθυδινήεις]] <span style="color: red;"><</span> [[βαθύς]] <span style="color: red;">+</span> [[δινήεις]] <span style="color: red;"><</span> [[δίνη]] «η περιστροφική [[κίνηση]] του νερού, ο [[στρόβιλος]]», ο δε <i>βαθυδινής</i> <span style="color: red;"><</span> [[βαθύς]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δινής</i> <span style="color: red;"><</span> [[δίνη]]. | |mltxt=[[βαθυδινήεις]], -εσσα, -εν και βαθυδινής, -ές και [[βαθυδίνης]], ο (Α)<br />(για ποταμό) αυτός που σχηματίζει βαθιές δίνες, [[ορμητικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[βαθυδινήεις]] <span style="color: red;"><</span> [[βαθύς]] <span style="color: red;">+</span> [[δινήεις]] <span style="color: red;"><</span> [[δίνη]] «η περιστροφική [[κίνηση]] του νερού, ο [[στρόβιλος]]», ο δε <i>βαθυδινής</i> <span style="color: red;"><</span> [[βαθύς]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δινής</i> <span style="color: red;"><</span> [[δίνη]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''βαθυδῑνήεις:''' ήεσσα, ῆεν Hom. = [[βαθυδίνης]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 05:56, 31 December 2018
German (Pape)
[Seite 424] εσσα, εν, tiefwirbelnd, der Fluß Xanthos (Skamandros) Il. 21, 15. 603; Sp.
French (Bailly abrégé)
ήεσσα, ῆεν;
aux tourbillons profonds.
Étymologie: βαθύς, δίνη.
Spanish (DGE)
(βᾰθῠδῑνήεις) -εσσα, -εν
de profundos remolinos de ríos
•el Janto Il.21.15, Panyas.23.3, el Escamandro Il.21.603, el Asopo, Asius 1B., el Alfeo h.Hom.1.3, ῥόος Ὠκεανοῖο Doroth.428.11.
Greek Monolingual
βαθυδινήεις, -εσσα, -εν και βαθυδινής, -ές και βαθυδίνης, ο (Α)
(για ποταμό) αυτός που σχηματίζει βαθιές δίνες, ορμητικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. βαθυδινήεις < βαθύς + δινήεις < δίνη «η περιστροφική κίνηση του νερού, ο στρόβιλος», ο δε βαθυδινής < βαθύς + -δινής < δίνη.
Russian (Dvoretsky)
βαθυδῑνήεις: ήεσσα, ῆεν Hom. = βαθυδίνης.