ἐγρεκύδοιμος: Difference between revisions
εἰ ἔρρωσαι καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις ἀλύπως ἀπαλλάσσεις → if you are well and in other respects are getting on without annoyance
(10) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐγρεκύδοιμος]], -ον (Α)<br />αυτός που προκαλεί πολεμικό θόρυβο. | |mltxt=[[ἐγρεκύδοιμος]], -ον (Α)<br />αυτός που προκαλεί πολεμικό θόρυβο. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἐγρεκύδοιμος:''' -ον, αυτός που εγείρει, που ξυπνάει τον κρότο του πολέμου, σε Ησίοδ. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:28, 30 December 2018
English (LSJ)
[ῠ], ον,
A rousing the din of war, strife-stirring, epith. of Pallas, Hes.Th.925, Lamprocl.1.
German (Pape)
[Seite 712] Pallas, Kriegslärm erregend, Hes. Th. 925 u. sp. D.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγρεκύδοιμος: -ον, ὁ διεγείρων κυδοιμόν, θόρυβον τῆς μάχης, ἐπίθ. τῆς Παλλάδος, Ἡσύχ. Θ. 925, Λαμπροκλ. 1.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui excite au tumulte (des combats), ép. de Pallas, d’une bacchante, de la flûte.
Étymologie: ἐγείρω, κυδοιμός.
Spanish (DGE)
-ον
• Prosodia: [-ῠ-]
instigador del combate epít. de dioses, esp. de Palas, Hes.Th.925, Lamprocl.1(b), Luc.Trag.98, Orph.L.586, Nonn.D.36.21, Sch.Er.Il.13.128, de Eris, Q.S.1.180, de Ares, Nonn.D.32.164, 33.156
•de cosas que da la señal de combate, que incita al combate μυγδονίς Nonn.D.13.505, σύριγξ Nonn.D.14.404, κτύπος Nonn.D.36.206, μέλος Nonn.D.39.125.
Greek Monolingual
ἐγρεκύδοιμος, -ον (Α)
αυτός που προκαλεί πολεμικό θόρυβο.
Greek Monotonic
ἐγρεκύδοιμος: -ον, αυτός που εγείρει, που ξυπνάει τον κρότο του πολέμου, σε Ησίοδ.