μεταίτης: Difference between revisions

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source
(24)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μεταίτης]] και, [[κατά]] το λεξ. [[Σούδα]], [[μέταιτος]], ὁ (Α) [[μεταιτώ]]<br />[[επαίτης]], [[ζητιάνος]].
|mltxt=[[μεταίτης]] και, [[κατά]] το λεξ. [[Σούδα]], [[μέταιτος]], ὁ (Α) [[μεταιτώ]]<br />[[επαίτης]], [[ζητιάνος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μεταίτης:''' -ου, ὁ, [[ζητιάνος]], σε Λουκ.
}}
}}

Revision as of 00:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταίτης Medium diacritics: μεταίτης Low diacritics: μεταίτης Capitals: ΜΕΤΑΙΤΗΣ
Transliteration A: metaítēs Transliteration B: metaitēs Transliteration C: metaitis Beta Code: metai/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A beggar, Ph.2.516, Luc.Nec.15 (s.v.l.), Artem. 3.53.

German (Pape)

[Seite 147] ὁ, der Bettler, Luc. Necyom. 15.

Greek (Liddell-Scott)

μεταίτης: -ου, ὁ, ἐπαίτης, Λουκ. Νεκυομαντ. 15, Ἀρτεμίδ. 3. 53· ― παρὰ Σουΐδ. ὑπάρχει καὶ τύπος μέταιτος, περὶ οὗ λέγει: «μέταιτος, προσαίτης, ἐπαίτης», ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 133, πρβλ. καὶ τὴν λέξιν, προΐκτης.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
mendiant.
Étymologie: μεταιτέω.

Greek Monolingual

μεταίτης και, κατά το λεξ. Σούδα, μέταιτος, ὁ (Α) μεταιτώ
επαίτης, ζητιάνος.

Greek Monotonic

μεταίτης: -ου, ὁ, ζητιάνος, σε Λουκ.