πλακόεις: Difference between revisions

From LSJ

τίς οὖν ἡ ταύτης περιουσίαν → what is its chance of being saved

Source
(32)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-εσσα, -εν, Α<br />([[κυρίως]] για [[τόπο]]) [[πλατύς]], [[επίπεδος]], [[πεδινός]] («χώρῳ ἐπὶ πλακόεντι βόθρον τρίστοιχον ὄρυξα», <b>Ορφ.</b> Αργ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πλάξ]], <i>πλακός</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>όεις</i>].
|mltxt=-εσσα, -εν, Α<br />([[κυρίως]] για [[τόπο]]) [[πλατύς]], [[επίπεδος]], [[πεδινός]] («χώρῳ ἐπὶ πλακόεντι βόθρον τρίστοιχον ὄρυξα», <b>Ορφ.</b> Αργ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πλάξ]], <i>πλακός</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>όεις</i>].
}}
{{elnl
|elnltext=πλακόεις zie πλακοῦς.
}}
}}

Revision as of 10:48, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλᾰκόεις Medium diacritics: πλακόεις Low diacritics: πλακόεις Capitals: ΠΛΑΚΟΕΙΣ
Transliteration A: plakóeis Transliteration B: plakoeis Transliteration C: plakoeis Beta Code: plako/eis

English (LSJ)

εσσα, εν,

   A flat, πεδίον D.P.Fr.12.6, cf. Orph.A.951.

German (Pape)

[Seite 624] εσσα, εν, platt, flach, eben. breit, Orph. Arg. 949 u. a. Sp. S. πλακοῦς.

Greek (Liddell-Scott)

πλᾰκόεις: εσσα, εν, πλακώδηςπλατύς, Διον. Π. Ἀποσπ. 12. 7, Ὀρφ. Ἀργ. 949· πρβλ. πλακοῦς.

French (Bailly abrégé)

όεσσα, όεν;
plat ; ὁ πλακόεις, par contr.πλακοῦς (ἄρτος) AR gâteau plat.
Étymologie: πλάξ.

Greek Monolingual

-εσσα, -εν, Α
(κυρίως για τόπο) πλατύς, επίπεδος, πεδινός («χώρῳ ἐπὶ πλακόεντι βόθρον τρίστοιχον ὄρυξα», Ορφ. Αργ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάξ, πλακός + κατάλ. -όεις].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πλακόεις zie πλακοῦς.