φιλοφροσύνη: Difference between revisions
τὸ ἀγαθὸν αἱρετόν· τὸ δ' αἱρετὸν ἀρεστόν· τὸ δ' ἀρεστὸν ἐπαινετόν· τὸ δ' ἐπαινετὸν καλόν → what is good is chosen, what is chosen is approved, what is approved is admired, what is admired is beautiful
(45) |
(6) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, ΝΜΑ [[φιλόφρων]], <i>ονος</i>]<br /><b>1.</b> φιλική [[διάθεση]], ευγενική [[συμπεριφορά]], [[φιλοφρόνηση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) [[ευγένεια]], [[περιποιητικότητα]], [[ευπροσηγορία]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[διεθνής]] [[φιλοφροσύνη]]»<br /><b>διεθν. δίκ.</b> [[σύνολο]] κανόνων συμπεριφοράς τών κρατών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ευδιαθεσία]], [[ευθυμία]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ φιλοφροσύναι</i><br />φιλική [[υποδοχή]]. | |mltxt=η, ΝΜΑ [[φιλόφρων]], <i>ονος</i>]<br /><b>1.</b> φιλική [[διάθεση]], ευγενική [[συμπεριφορά]], [[φιλοφρόνηση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) [[ευγένεια]], [[περιποιητικότητα]], [[ευπροσηγορία]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[διεθνής]] [[φιλοφροσύνη]]»<br /><b>διεθν. δίκ.</b> [[σύνολο]] κανόνων συμπεριφοράς τών κρατών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ευδιαθεσία]], [[ευθυμία]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ φιλοφροσύναι</i><br />φιλική [[υποδοχή]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''φῐλοφροσύνη:''' ἡ ([[φιλόφρων]])·<br /><b class="num">I.</b> [[φιλία]], [[εύνοια]], σε Ομήρ. Ιλ.· <i>τινός</i> προς κάποιον, σε Ηρόδ.· [[πρός]] τινά, σε Πλάτ.· πληθ., φιλικά οι χαιρετισμοί, σε Πίνδ.<br /><b class="num">II.</b> [[ευθυμία]], σε Ξεν. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:04, 30 December 2018
English (LSJ)
ἡ, (φιλόφρων)
A friendliness, kindliness, Il.9.256; τινος towards one, Hdt.5.92.γ; εἰρήνη πρὸς ἀλλήλους καὶ φ. Pl.Lg. 628c; κοινωνεῖν φιλοφροσύνης ib.640b; τυχεῖν Plu.Pyrrh.11; δέξασθαι φιλοφροσύνην Id.Mar.40; νέμειν τινί Id.Cat.Mi.3; διὰ φιλοφροσύνην Pl.Lg.740e; μετὰ φιλοφροσύνης Plu.2.124c: pl., friendly greetings, welcomes, σὺν φιλοφροσύναις δέξασθαι Pi.O.6.98; ποικίλαι φ. Phld. Lib.p.29 O.; φιλοφροσύνας φιλοφρονεῖσθαι ἡδίους Luc.Im.21. II cheerfulness, gaiety, X.Smp.2.24 (pl.), Plu.2.128d.
German (Pape)
[Seite 1288] ἡ, liebreiche, freundliche Behandlung, Wohlwollen; Il. 9, 256; τινός, Her. 5, 92, 3; – auch Bewirthung, Begrüßung, σὺν φιλοφροσύναις εὐηράτοις Pind. Ol. 6, 98; u. in Prosa: Plat. Legg. I, 628 c; τῶν ξυνοικούντων V, 740 e; ἡ μετ' ἀλλήλων Pol. 1, 36, 1; Sp., wie Plut. Thes. 30; im plur., Rom. 8 Num. 20; – Heiterkeit, Fröhlichkeit, Xen. Conv. 2, 24.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλοφροσύνη: ἡ, (φιλόφρων) φιλικὴ διάθεσις, εὔνοια, Ἰλ. Ι. 256· τινός, πρός τινα, Ἡρόδ. 5. 92. 3· εἰρήνη πρὸς ἀλλήλους καὶ φ. Πλάτ. Νόμ. 628C· φιλοφροσύνης κοινωνεῖν αὐτόθι 640Β· τυχεῖν Πλουτ. Πύρρ. 11· φιλοφροσύνην δέχεσθαι ὁ αὐτ. ἐν Μαρ. 40· νέμειν τινί ὁ αὐτ. ἐν Κάτ. Νεώτ. 3· ― διὰ φιλοφροσύνην Πλάτ. Νόμ. 740Ε· μετά, ὑπὸ φιλοφροσύνης Πλούτ. 2. 124C· ― ἐν τῷ πληθ., φιλικὸς ἀσπασμός, φιλικὴ ὑποδοχή, δεξίωσις, σὺν φιλοφροσύναις δέχεσθαι Πινδ. Ο. 6. 165· φιλοφροσύνας φιλοφρονεῖσθαι Λουκ. Εἰκόν. 21· ― πρβλ. φιλοφρόνησις. ΙΙ. εὔθυμος διάθεσις, εὐθυμία, φαιδρότης, Ξεν. Συμπ. 2. 24, Πλούτ.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
1 sentiment d’amitié ou de bienveillance, bonté : τινος HDT, πρός τινα PLUT pour qqn ; περί τι PLUT pour qch;
2 belle humeur, gaîté.
Étymologie: φιλόφρων.
English (Autenrieth)
(φρήν): kindliness, friendly temper, Il. 9.256†.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ φιλόφρων, ονος]
1. φιλική διάθεση, ευγενική συμπεριφορά, φιλοφρόνηση
νεοελλ.
1. (γενικά) ευγένεια, περιποιητικότητα, ευπροσηγορία
2. φρ. «διεθνής φιλοφροσύνη»
διεθν. δίκ. σύνολο κανόνων συμπεριφοράς τών κρατών
αρχ.
1. ευδιαθεσία, ευθυμία
2. στον πληθ. αἱ φιλοφροσύναι
φιλική υποδοχή.
Greek Monotonic
φῐλοφροσύνη: ἡ (φιλόφρων)·
I. φιλία, εύνοια, σε Ομήρ. Ιλ.· τινός προς κάποιον, σε Ηρόδ.· πρός τινά, σε Πλάτ.· πληθ., φιλικά οι χαιρετισμοί, σε Πίνδ.
II. ευθυμία, σε Ξεν.