ἀντοικτείρω: Difference between revisions

From LSJ

τηλέφαντον κυανέας χθονὸς ἄστρον → far-shining star of the blue land

Source
(1)
(1a)
Line 13: Line 13:
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἀντοικτείρω:''' Eur. = [[ἀντοικτίζω]].
|elrutext='''ἀντοικτείρω:''' Eur. = [[ἀντοικτίζω]].
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=to [[pity]] in [[return]], τινά Eur.
}}
}}

Revision as of 16:14, 9 January 2019

German (Pape)

[Seite 264] wieder bemitleiden, Eur. Ion. 312.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντοικτείρω: οἰκτείρω τὸν οἰκτείραντά με, καὶ αὐτὸς λυποῦμαι δι’ αὐτόν, ἡμεῖς σ’ ἄρ’ αὖθις, ὦ ξέν’, ἀντοικτείρομεν Εὐρ. Ἴων 312.

French (Bailly abrégé)

c. ἀντοικτίρω.

Greek Monotonic

ἀντοικτείρω: μέλ. -ερῶ, οικτίρω με τη σειρά μου, τινά, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

ἀντοικτείρω: Eur. = ἀντοικτίζω.

Middle Liddell

to pity in return, τινά Eur.