αἱμυλομήτης: Difference between revisions
From LSJ
οὕτως ἐξ ἐχθρῶν αὐτοκτόνα πέμπετο δῶρα, ἐν χάριτος προφάσει μοῖραν ἔχοντα μόρου → thus mutual gifts that bring death were bestowed by enemies, gifts that brought the lot of death in the name of a favor
m (Text replacement - " " to "") |
m (Text replacement - "]]de " to "]] de ") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=(αἱμῠλομήτης) -ου, ὁ [[de mente astuta]]de Hermes <i>h.Merc</i>.13. | |dgtxt=(αἱμῠλομήτης) -ου, ὁ [[de mente astuta]] de Hermes <i>h.Merc</i>.13. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 16:25, 9 August 2021
English (LSJ)
ου, ὁ, A of winning wiles, h.Merc.13.
Greek (Liddell-Scott)
αἱμῠλομήτης: -ου, ὁ ἐπιχαρίτως, θελκτικῶς ἐξαπατῶν, ὁ θωπευτικῶς πανοῦργος, Λατ. blande decipiens, Ὕμ. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 13, ἔνθα ὁ Ruhnk ἐξ εἰκασίας προτείνει αἱμυλόμυθος.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
habile dans l’art de tromper.
Étymologie: αἱμύλος, μῆτις.
Spanish (DGE)
(αἱμῠλομήτης) -ου, ὁ de mente astuta de Hermes h.Merc.13.
Greek Monotonic
αἱμῠλομήτης: -ου, ὁ (μήτις), αυτός που κατακτά, που κερδίζει με πανουργίες, σε Ομηρ. Ύμν.
Russian (Dvoretsky)
αἱμῠλομήτης: ласкающийся, вкрадчивый (παῖς HH).