λαμπηδόνα: Difference between revisions

From LSJ

γῆ θηρίοις μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις σύμμετροςregion more fitting to beasts than men

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[λαμπηδών]], -όνος)<br />[[λάμψη]], [[ακτινοβολία]], [[στιλπνότητα]] («ἐνέπλησαν αὐγῆς σιδήρου καὶ λαμπηδόνος χαλκοῡ τὸ [[πεδίον]]», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />μυθικό [[φυτό]] με θαυματουργές ιδιότητες το οποίο [[είναι]] αφανές [[κατά]] την [[ημέρα]] και φωτεινό [[κατά]] τη [[νύχτα]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[μεγαλοπρέπεια]], [[λαμπρότητα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λάμπω]] <span style="color: red;">+</span> εκφρ. [[επίθημα]] -<i>ηδών</i> ([[πρβλ]]. <i>αλγ</i>-<i>ηδών</i>, <i>αχθ</i>-<i>ηδών</i>)].
|mltxt=η (AM [[λαμπηδών]], -όνος)<br />[[λάμψη]], [[ακτινοβολία]], [[στιλπνότητα]] («ἐνέπλησαν αὐγῆς σιδήρου καὶ λαμπηδόνος χαλκοῡ τὸ [[πεδίον]]», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />μυθικό [[φυτό]] με θαυματουργές ιδιότητες το οποίο [[είναι]] αφανές [[κατά]] την [[ημέρα]] και φωτεινό [[κατά]] τη [[νύχτα]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[μεγαλοπρέπεια]], [[λαμπρότητα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λάμπω]] <span style="color: red;">+</span> εκφρ. [[επίθημα]] -<i>ηδών</i> ([[πρβλ]]. [[αλγηδών]], [[αχθηδών]])].
}}
}}

Revision as of 18:50, 23 August 2021

Greek Monolingual

η (AM λαμπηδών, -όνος)
λάμψη, ακτινοβολία, στιλπνότητα («ἐνέπλησαν αὐγῆς σιδήρου καὶ λαμπηδόνος χαλκοῡ τὸ πεδίον», Πλούτ.)
νεοελλ.
μυθικό φυτό με θαυματουργές ιδιότητες το οποίο είναι αφανές κατά την ημέρα και φωτεινό κατά τη νύχτα
αρχ.
μεγαλοπρέπεια, λαμπρότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λάμπω + εκφρ. επίθημα -ηδών (πρβλ. αλγηδών, αχθηδών)].