πανεργέτης: Difference between revisions

From LSJ

οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐς Κόρινθον ἔσθ' ὁ πλοῦς → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 13: Line 13:
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0459.png Seite 459]] ὁ, der Alles Bewirkende, Διὸς πανεργέτα, Aesch. Ag. 1465.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0459.png Seite 459]] ὁ, der Alles Bewirkende, Διὸς πανεργέτα, Aesch. Ag. 1465.
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''πᾰνεργέτης''': -ου, ὁ, τὰ πάντα ἐνεργῶν, ἐκτελῶν, [[Ζεύς|Ζεὺς]] Αἰσχύλ. Ἀγ. 1486.
|elnltext=πανεργέτης -ου, Dor. πανεργέτᾱς [πᾶς, ἔργον] alles volbrengend, [[epithet]] van Zeus.
}}
{{elru
|elrutext='''πᾰνεργέτης:''' дор. [[πανεργέτας|πᾰνεργέτᾱς]], ᾱ adj. m все созидающий ([[Ζεύς]] Aesch.).
}}
}}
{{eles
{{eles
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''πᾰνεργέτης:''' -ου, ὁ (*[[ἔργω]]), αυτός που εκτελεί τα πάντα, Δωρ. γεν. <i>-εργέτα</i>, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''πᾰνεργέτης:''' -ου, ὁ (*[[ἔργω]]), αυτός που εκτελεί τα πάντα, Δωρ. γεν. <i>-εργέτα</i>, σε Αισχύλ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''πᾰνεργέτης:''' дор. [[πανεργέτας|πᾰνεργέτᾱς]], ᾱ adj. m все созидающий ([[Ζεύς]] Aesch.).
|lstext='''πᾰνεργέτης''': -ου, ὁ, τὰ πάντα ἐνεργῶν, ἐκτελῶν, [[Ζεύς|Ζεὺς]] Αἰσχύλ. Ἀγ. 1486.
}}
{{elnl
|elnltext=πανεργέτης -ου, Dor. πανεργέτᾱς [πᾶς, ἔργον] alles volbrengend, [[epithet]] van Zeus.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=πᾰν-εργέτης, ου, ὁ, [*[[ἔργω]]<br />all-effecting, doric gen. -εργέτα Aesch.
|mdlsjtxt=πᾰν-εργέτης, ου, ὁ, [*[[ἔργω]]<br />all-effecting, doric gen. -εργέτα Aesch.
}}
}}

Revision as of 21:10, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰνεργέτης Medium diacritics: πανεργέτης Low diacritics: πανεργέτης Capitals: ΠΑΝΕΡΓΕΤΗΣ
Transliteration A: panergétēs Transliteration B: panergetēs Transliteration C: panergetis Beta Code: panerge/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, all-effecting, Ζεύς A.Ag.1486 (lyr.).

German (Pape)

[Seite 459] ὁ, der Alles Bewirkende, Διὸς πανεργέτα, Aesch. Ag. 1465.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πανεργέτης -ου, Dor. πανεργέτᾱς [πᾶς, ἔργον] alles volbrengend, epithet van Zeus.

Russian (Dvoretsky)

πᾰνεργέτης: дор. πᾰνεργέτᾱς, ᾱ adj. m все созидающий (Ζεύς Aesch.).

Spanish

que todo lo ha hecho, creador de todo

Greek Monolingual

ὁ, Α
(ως επίθετο του Διός) αυτός που πράττει, τα πάντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + -εργέτης (< ἔργον + επίθημα -έτης, πρβλ. οἰκ-έτης: οἶκος), πρβλ. κακ-εργέτης].

Greek Monotonic

πᾰνεργέτης: -ου, ὁ (*ἔργω), αυτός που εκτελεί τα πάντα, Δωρ. γεν. -εργέτα, σε Αισχύλ.

Greek (Liddell-Scott)

πᾰνεργέτης: -ου, ὁ, τὰ πάντα ἐνεργῶν, ἐκτελῶν, Ζεὺς Αἰσχύλ. Ἀγ. 1486.

Middle Liddell

πᾰν-εργέτης, ου, ὁ, [*ἔργω
all-effecting, doric gen. -εργέτα Aesch.