δελτογράφος: Difference between revisions

From LSJ

Σαυτὸν φύλαττε τοῖς τροποῖς ἐλεύθερον → Te liberum ipse moribus praesta tuis → Bewahre deine Freiheit dir durch deine Art

Menander, Monostichoi, 485
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 19: Line 19:
|btext=ος, ον :<br />qui écrit sur des tablettes, <i>càd</i> qui prend note de ; qui se souvient.<br />'''Étymologie:''' [[δέλτος]], [[γράφω]].
|btext=ος, ον :<br />qui écrit sur des tablettes, <i>càd</i> qui prend note de ; qui se souvient.<br />'''Étymologie:''' [[δέλτος]], [[γράφω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''δελτογράφος''': [], -ον, ὁ γράφων ἐπὶ πίνακος, σημειῶν, δελτογράφῳ δὲ πάντ’ ἐπωπᾷ φρενὶ Αἰσχύλ. Εὐμ. 275.
|elnltext=δελτογράφος -ον [δέλτος, γράφω] noterend, registrerend (op een schrijftablet); overdr. van de geest.
}}
{{elru
|elrutext='''δελτογράφος:''' досл. записывающий на дощечку, перен. памятливый ([[φρήν]] Aesch.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 28: Line 31:
|lsmtext='''δελτογράφος:''' [ᾰ], -ον ([[γράφω]]), αυτός που γράφει πάνω σε πίνακα ή [[πινακίδα]], αυτός που σημειώνει, καταγράφει, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''δελτογράφος:''' [ᾰ], -ον ([[γράφω]]), αυτός που γράφει πάνω σε πίνακα ή [[πινακίδα]], αυτός που σημειώνει, καταγράφει, σε Αισχύλ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''δελτογράφος:''' досл. записывающий на дощечку, перен. памятливый ([[φρήν]] Aesch.).
|lstext='''δελτογράφος''': [], -ον, ὁ γράφων ἐπὶ πίνακος, σημειῶν, δελτογράφῳ δὲ πάντ’ ἐπωπᾷ φρενὶ Αἰσχύλ. Εὐμ. 275.
}}
{{elnl
|elnltext=δελτογράφος -ον [δέλτος, γράφω] noterend, registrerend (op een schrijftablet); overdr. van de geest.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[γράφω]]<br />[[writing]] on a [[tablet]], [[recording]], Aesch.
|mdlsjtxt=[[γράφω]]<br />[[writing]] on a [[tablet]], [[recording]], Aesch.
}}
}}

Revision as of 20:10, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δελτογράφος Medium diacritics: δελτογράφος Low diacritics: δελτογράφος Capitals: ΔΕΛΤΟΓΡΑΦΟΣ
Transliteration A: deltográphos Transliteration B: deltographos Transliteration C: deltografos Beta Code: deltogra/fos

English (LSJ)

[ᾰ], ον, writing on a tablet, recording, δελτογράφῳ δὲ πάντ' ἐπωπᾷ φρενί A.Eu.275.

Spanish (DGE)

-ον
• Prosodia: [-ᾰ-]
que inscribe o registra en una tablilla fig. δελτογράφῳ δὲ πάντ' ἐπωπᾷ φρενί todo lo ve con su mente que registra e.e. lo conoce y recuerda todo A.Eu.275.

German (Pape)

[Seite 544] in die Schreibtafel schreibend; übertr., φρήν, eingedenk, Aesch. Eum. 272.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui écrit sur des tablettes, càd qui prend note de ; qui se souvient.
Étymologie: δέλτος, γράφω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δελτογράφος -ον [δέλτος, γράφω] noterend, registrerend (op een schrijftablet); overdr. van de geest.

Russian (Dvoretsky)

δελτογράφος: досл. записывающий на дощечку, перен. памятливый (φρήν Aesch.).

Greek Monolingual

δελτογράφος, ο (Α)
αυτός που καταγράφει κάτι σε δέλτο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δέλτος + -γράφος].

Greek Monotonic

δελτογράφος: [ᾰ], -ον (γράφω), αυτός που γράφει πάνω σε πίνακα ή πινακίδα, αυτός που σημειώνει, καταγράφει, σε Αισχύλ.

Greek (Liddell-Scott)

δελτογράφος: [ᾰ], -ον, ὁ γράφων ἐπὶ πίνακος, σημειῶν, δελτογράφῳ δὲ πάντ’ ἐπωπᾷ φρενὶ Αἰσχύλ. Εὐμ. 275.

Middle Liddell

γράφω
writing on a tablet, recording, Aesch.