ὡρόμαντις: Difference between revisions

From LSJ

οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love | Tis not my nature to join in hating, but in loving (Sophocles, Antigone 523)

Source
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
mNo edit summary
Line 24: Line 24:
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ὡρό-μαντις, εως,<br />the [[hour]]-[[prophet]], of the [[cock]], Babr.
|mdlsjtxt=ὡρό-μαντις, εως,<br />the [[hour]]-[[prophet]], of the [[cock]], Babr.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1415.png Seite 1415]] ὁ, der Stundenprophet, Beiwort des Hahns. Vgl. [[ὡρονόμος]].
}}
{{grml
|mltxt=-άντεως, ὁ, Α<br />(για τον κόκορα) αυτός που προλέγει τις ώρες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὥρα</i> <span style="color: red;">+</span> [[μάντις]].
}}
}}

Revision as of 18:04, 15 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὡρόμαντις Medium diacritics: ὡρόμαντις Low diacritics: ωρόμαντις Capitals: ΩΡΟΜΑΝΤΙΣ
Transliteration A: hōrómantis Transliteration B: hōromantis Transliteration C: oromantis Beta Code: w(ro/mantis

English (LSJ)

εως, ὁ, the hour-prophet, of the cock, prob. in Babr. 124.15 (ὡρομάτην cod. Vat., ὡρονόμον Suid. s.v. πέτανρα).

French (Bailly abrégé)

εως (ὁ) :
celui qui annonce les heures.
Étymologie: ὥρα, μάντις.

Russian (Dvoretsky)

ὡρόμαντις: εως ὁ возвещающий часы (эпитет петуха) Babr.

Greek (Liddell-Scott)

ὡρόμαντις: -εως, ὁ προλέγων τὰς ὥρας, ὁ ἀλεκτρυών, Βαβρ. 124. 5· -ὁ Σουΐδ. ἐν λ. πέταυρα μνημονεύει ὡρονόμος (ἐκ τοῦ Βαβρίου). -Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 537.

Greek Monotonic

ὡρόμαντις: -εως, ὁ, αυτός που προλέγει την ώρα, ο πετεινός, σε Βάβρ.

Middle Liddell

ὡρό-μαντις, εως,
the hour-prophet, of the cock, Babr.

German (Pape)

[Seite 1415] ὁ, der Stundenprophet, Beiwort des Hahns. Vgl. ὡρονόμος.

Greek Monolingual

-άντεως, ὁ, Α
(για τον κόκορα) αυτός που προλέγει τις ώρες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὥρα + μάντις.