ἐπιβριθής: Difference between revisions
From LSJ
κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)
(6_7) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐπιβρῑθής''': -ές, ἔχων βαρύτητα εἴς τι, παντὶ χρόνῳ δ’ ἐπιβριθεῖς ἐνδίκοις ὁμιλίαις, περὶ τῶν Μοιρῶν, Αἰσχύλ. Εὐμ. 695. | |lstext='''ἐπιβρῑθής''': -ές, ἔχων βαρύτητα εἴς τι, παντὶ χρόνῳ δ’ ἐπιβριθεῖς ἐνδίκοις ὁμιλίαις, περὶ τῶν Μοιρῶν, Αἰσχύλ. Εὐμ. 695. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />qui pèse de tout son poids, accablant.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπιβρίθω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:56, 9 August 2017
English (LSJ)
ές,
A falling heavy upon, A.Eu.965 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 931] ές, darauf lastend, von den Erinnyen, παντὶ χρόνῳ δ' ἐπιβριθεῖς ἐνδίκοις ὁμιλίαις Aesch. Eum. 923, mit der ganzen Macht sich darauf werfend. Vgl. das folgde Verbum.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιβρῑθής: -ές, ἔχων βαρύτητα εἴς τι, παντὶ χρόνῳ δ’ ἐπιβριθεῖς ἐνδίκοις ὁμιλίαις, περὶ τῶν Μοιρῶν, Αἰσχύλ. Εὐμ. 695.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
qui pèse de tout son poids, accablant.
Étymologie: ἐπιβρίθω.