ἀρκτικός: Difference between revisions
ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)
(6_11) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀρκτικός''': -ή, -όν, παρὰ τὴν ἄρκτον, [[ἀρκτικός]], [[βόρειος]], [[πόλος]] ἀρκτικὸς Ἀριστ. π. Κόσμ. 2, 5, Πολύβ. παρὰ Στράβ. 96· ἐν τῷ ἀρκτικῷ μέρει Συλλ. Ἐπιγρ. 4449. | |lstext='''ἀρκτικός''': -ή, -όν, παρὰ τὴν ἄρκτον, [[ἀρκτικός]], [[βόρειος]], [[πόλος]] ἀρκτικὸς Ἀριστ. π. Κόσμ. 2, 5, Πολύβ. παρὰ Στράβ. 96· ἐν τῷ ἀρκτικῷ μέρει Συλλ. Ἐπιγρ. 4449. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<span class="bld">1</span>ή, όν :<br />arctique, septentrional.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρκτος]].<br /><span class="bld">2</span>ή, όν :<br /><i>t. de gramm.</i> initial.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρχω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:49, 9 August 2017
English (LSJ)
(A), ή, όν, (
A ἄρκτος 1.2) near the Bear, arctic, northern, πόλος Arist.Mu.392a3; κύκλος Hipparch.1.7.6, etc.: pl., Gem.5.10; -κά, τά, the northern constellations, Str.1.1.21: Comp. -ώτερος ib. 12, Gem.14.10: Sup., Str.1.1.6. II connected with the Great Bear, δύναμις PMag.Par.1.1275.
ἀρκτικός (B), ή, όν, (ἄρχομαι)
A initial, placed at the beginning, of a sentence, A.D.Synt.28.19; ἀ. τεθεὶς σύνδεσμος Demetr.Eloc.56; of a word, συλλαβή Heph.1. 2 originative, c. gen., πυρετοῦ Gal. 17(2).299.
ἀρκτικός (C), ή, όν, (ἄρχω)
A imperious, Vett.Val.9.16.
German (Pape)
[Seite 354] anfangend, Apoll. pron. 309, 6. nördlich, Pol. u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρκτικός: -ή, -όν, παρὰ τὴν ἄρκτον, ἀρκτικός, βόρειος, πόλος ἀρκτικὸς Ἀριστ. π. Κόσμ. 2, 5, Πολύβ. παρὰ Στράβ. 96· ἐν τῷ ἀρκτικῷ μέρει Συλλ. Ἐπιγρ. 4449.
French (Bailly abrégé)
1ή, όν :
arctique, septentrional.
Étymologie: ἄρκτος.
2ή, όν :
t. de gramm. initial.
Étymologie: ἄρχω.