νικητής: Difference between revisions
Ἴσον ἐστὶν ὀργῇ καὶ θάλασσα καὶ γυνή → Mulier et mare sunt isdem plane moribus → In ihrem Naturell sind Frau und Meerflut gleich
(6_19) |
(27) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''νῑκητής''': -οῦ, ὁ, ([[νικάω]]) ὡς καὶ νῦν, ὁ νικήσας, Εὐστ. 118. 42· ἐν Ἀττικῇ τινι ἐπιγραφῇ φέρεται νεικητής, Συλλ. Ἐπιγρ. 269. 10. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 196. | |lstext='''νῑκητής''': -οῦ, ὁ, ([[νικάω]]) ὡς καὶ νῦν, ὁ νικήσας, Εὐστ. 118. 42· ἐν Ἀττικῇ τινι ἐπιγραφῇ φέρεται νεικητής, Συλλ. Ἐπιγρ. 269. 10. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 196. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, θηλ. [[νικήτρια]] και νικήτρα (ΑΜ [[νικητής]], θηλ. [[νικήτρια]], Μ θηλ. και νικήτρα) [[νικώ]]<br />αυτός που κερδίζει ή κέρδισε αγώνα οποιουδήποτε είδους, αυτός που νίκησε σε [[μάχη]] ή αγώνα [[εναντίον]] εχθρού ή αντιπάλου (α. «ο [[νικητής]] τών εκλογών» β. «[[αρμονία]] βγαλμένη απ' τους... ύμνους τών νικητών», Ζερβ.)<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[τίτλος]] βασιλέων και αυτοκρατόρων, όπως π.χ. του Ιουλιανού<br /><b>2.</b> ο [[κατακτητής]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:03, 29 September 2017
English (LSJ)
οῦ, ὁ,
A winner in games, CIG5035 (Nubia, iii A.D.); conqueror, Eust.157.1; of the Emperor Julian, SIG906B (Magn. Mae., iv A.D.).
German (Pape)
[Seite 256] ὁ, der Sieger, Eust.
Greek (Liddell-Scott)
νῑκητής: -οῦ, ὁ, (νικάω) ὡς καὶ νῦν, ὁ νικήσας, Εὐστ. 118. 42· ἐν Ἀττικῇ τινι ἐπιγραφῇ φέρεται νεικητής, Συλλ. Ἐπιγρ. 269. 10. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 196.
Greek Monolingual
ο, θηλ. νικήτρια και νικήτρα (ΑΜ νικητής, θηλ. νικήτρια, Μ θηλ. και νικήτρα) νικώ
αυτός που κερδίζει ή κέρδισε αγώνα οποιουδήποτε είδους, αυτός που νίκησε σε μάχη ή αγώνα εναντίον εχθρού ή αντιπάλου (α. «ο νικητής τών εκλογών» β. «αρμονία βγαλμένη απ' τους... ύμνους τών νικητών», Ζερβ.)
μσν.
1. τίτλος βασιλέων και αυτοκρατόρων, όπως π.χ. του Ιουλιανού
2. ο κατακτητής.