προμάντευμα: Difference between revisions
From LSJ
Τί κοινότατον; ἐλπίς. καὶ γὰρ οἷς ἄλλο μηδέν, αὕτη πάρεστι → What is most common? Hope. For those who have nothing else, that is always there.
(6_21) |
(34) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προμάντευμα''': τό, [[πρόρρησις]], [[προφητεία]], Σουΐδ. ἐν λ. τόνον, Βυζ. | |lstext='''προμάντευμα''': τό, [[πρόρρησις]], [[προφητεία]], Σουΐδ. ἐν λ. τόνον, Βυζ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=τὸ, ΝΜΑ, και προμάντεμα, Ν [[προμαντεύω]]<br />[[πρόρρηση]], [[προφητεία]]<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[προαίσθηση]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:22, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A prediction, Ael.Fr.329. 2 presentiment, Mich.in PN77.10.
German (Pape)
[Seite 733] τό, Weissagung, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
προμάντευμα: τό, πρόρρησις, προφητεία, Σουΐδ. ἐν λ. τόνον, Βυζ.
Greek Monolingual
τὸ, ΝΜΑ, και προμάντεμα, Ν προμαντεύω
πρόρρηση, προφητεία
νεοελλ.-μσν.
προαίσθηση.